Μενού
Αρχική / Άρθρα / Μυστήριο !! / H μαγεία στον Εμπεδοκλή

H μαγεία στον Εμπεδοκλή





Ο Εμπεδοκλής ήταν ένας από αυτούς και έζησε μάλιστα στο μεταίχμιο του περάσματος από τα Μυστήρια στις φιλοσοφικές σχολές, αφήνοντας μας ένα μέρος της γνώσης του, μέσα από τους λίγους σωσμένους εξάμετρους επικούς στίχους του, που χαρακτηρίζονται από μία τεράστια δυναμική σε σκέψεις και αναλύσεις.


Ο Έλληνας αυτός φιλόσοφος έζησε στον Ακράγαντα της Σικελίας (που ήταν αποικία των Ροδίων) περίπου το 490-430 π.Χ. και υπήρξε μία από τις θρυλικότερες μορφές στο χώρο των προσωκρατικών φιλοσόφων. Δεν υπάρχει όμως ομοφωνία των βιογράφων για τις σπουδές και τους δασκάλους του. Φαίνονται ωστόσο άμεσα οι Πυθαγόρειες επιδράσεις του και η διαμονή του στην Αθήνα, στην σχολή του Αναξαγόρα κοντά στον Παρμενίδη.


Ο βίος του ήταν γεμάτος από απόκρυφες ιστορίες και θαύματα που αγγίζουν τα όρια του μύθου. Δεν υπήρξε μόνο σημαντικός φυσικός φιλόσοφος, αλλά και ρήτορας, ποιητής, γιατρός, φυσικός και μάντης. Ήταν και θεραπευτής, μυημένος μάλλον σε κάποια μυστήρια. Αναφέρεται ότι έκανε θαυματουργές θεραπείες στις περιοδείες του, και μάλιστα ότι απάλλαξε τους κατοίκους του Σελινούντα και του Ακράγαντα από πλήθος επιδημιών (καθαρίζοντας με κατασκευαστικά έργα ένα ολόκληρο έλος), με αποτέλεσμα να τον λατρεύουν πολλοί πραγματικά ως σωτήρα και θεό.


Ο ποιητής μας Κ. Παλαμάς αναφέρει για αυτόν: “Εμφανίζεται παντού να εξασκεί τη χάρη του, πολιτευτής, φιλόσοφος, χρυσόστομος ρήτορας, μεγαλεπήβολος μηχανικός, πανεπιστημιακός ερευνητής, γιατρός, θεόσοφος, μάγος, κύριος κάθε είδους λόγου, ραψωδός, υμνοπόλος, ιερεύς, προφήτης. Αναφέρει ότι κατευνάζει και διεγείρει τους ανέμους, ότι θεραπεύει τις ασθένειες και τα γηρατειά, ότι επαναφέρει στη ζωή νεκρούς, και ότι πάνω από όλα ως θεός τιμάτε. Κάθε φορά που μπαίνει στις πόλεις οι άνθρωποι τον περιτριγυρίζουν απονέμοντας του σεβασμό, πλήθος τον ακολουθεί ρωτώντας τον για την ατραπό του κέρδους, την γνώση των προφητειών και για τη θεραπεία κάθε λογής ασθενειών “


Kάποιος θρύλος αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια της φιλοξενίας του Εμπεδοκλή από ένα δικαστή όρμησε μέσα στο σπίτι του ένας νεαρός, ο πατέρας του οποίου είχε καταδικαστεί σε θάνατο από τον οικοδεσπότη του φιλοσόφου. Ο νεαρός βρισκόταν σε τέτοια ψυχική αναταραχή και αναστάτωση που προσπάθησε με ξίφος να σκοτώσει τον δικαστή. Εμποδίζοντας τον ο Εμπεδοκλής συντόνισε τη λύρα του παίζοντας μία κατευναστική μελωδία με στίχους του Ομήρου που ηρέμησε τον νέο αποτρέποντας τον από τη δολοφονία του Δικαστή. Έπειτα από αυτό το περιστατικό ο νεαρός θεωρείται ότι έγινε ο καλύτερος μαθητής του.


Για τις γνώσεις του ο ίδιος αναφέρει:


“Και φάρμακα θα μάθεις όσα για τα κακά και τα γεράματα υπάρχουν, τι, για σε μόνο εγώ όλα αυτά θα πραγματώσω. Θα παύσεις και το μένος των ακούραστων ανέμων που φυσώντας πάνω στη γη ρημάζουν τα χωράφια, και πάλι, αν θες, θα ξαναφέρεις πνοές που επανορθώνουν. Και από σκοτεινή, βροχή θα φέρεις στον καιρό της, για τους ανθρώπους, ξηρασία, δεντροτρόφα από την ανομβρία του θέρους θα θέσει ρεύματα, που μένουν στον αιθέρα. Και την ορμή θα φέρεις απ’ τον Αδη πεθαμένου.” (Περί φύσεως ,111)


Για την προέλευση του, λέει:


“Σας χαιρετώ, εγώ ανάμεσα σας περπατώ, θεός αθάνατος, όχι θνητός, όπως αρμόζει απ’ όλους τιμημένος, στεφανωμένος με ταινίες και στέφανα ολάνθιστα” (Καθαρμοί, 112)
“Ήδη εγώ κάποτε αγόρι υπήρξα, κόρη, θάμνος και πουλί κι άφωνο ψάρι που από τη θάλασσα προβάλλει” (Καθαρμοί 117)


Ο Εμπεδοκλής θεωρεί την ύπαρξη του, μία ανεξάρτητη και θεία προσωπικότητα που εξέπεσε σε βαρύ αμάρτημα κάτω από την επίδραση του Νείκους (Κακία-Μίσος) και έχασε την θεία φύση του. Έκτοτε η ψυχή του δοκιμάζεται κατακτώντας συνειδησιακά ολοένα και περισσότερο έδαφος στην ανάβαση της προς την αρχική της κατάσταση.


Ακόμη και για τον τρόπο που πέθανε υπάρχουν αντικρουόμενες εκδοχές. Ο Διογένης ο Λαέρτιος στο 8ο βιβλίο του αναφέρει μία σειρά από θρυλικές ιστορίες σχετικά με τον θάνατο του Εμπεδοκλή:


“Σχετικά με τον θάνατο του λέγονται διάφορα πράγματα. Ο Ηρακλείδης που ανέφερε τα σχετικά με την γυναίκα που δεν ανέπνεε (για κάποιους ήταν νεκρή για 30 ημέρες), ότι δηλαδή δοξάστηκε ο Εμπεδοκλής όταν έστειλε πίσω ζωντανή τη νεαρή γυναίκα, λέει ότι πρόσφερε θυσία στο χωράφι του Πεισιάνακτος. Είχε καλέσει και μερικούς φίλους του, ανάμεσα του και τον Παυσανία. Μετά το γλέντι οι υπόλοιποι αποτραβήχτηκαν και αναπαύονταν, άλλοι κάτω από τα δέντρα του διπλανού χωραφιού και άλλοι όπου ήθελαν. Ο Εμπεδοκλής έμεινε εκεί που είχε καθίσει. Όταν σηκώθηκαν το πρωί, ήταν ο μόνος που έλειπε.


Αρχισαν να τον αναζητούν και οι δούλοι που ρωτήθηκαν έλεγαν πως δεν γνωρίζουνε τίποτε. Ένας τότε είπε ότι τα μεσάνυχτα σηκώθηκε και είδε ουράνιο φως και μία λάμψη Τίποτε άλλο (για κάποιους πάλι ότι ένα πύρινο άρμα ήρθε από τον ουρανό και τον πήρε). Ο Έρμιππος λέει ότι θεράπευσε κάποια Ακραγαντίνη Πάνθεια που την είχαν ξεγραμμένοι οι γιατροί και γι’ αυτό έκανε τη θυσία και ότι αυτοί τους οποίους είχε καλέσει ήταν περίπου ογδόντα. Ο Ιππόβοτος αναφέρει πως, όταν σηκώθηκε, προχώρησε προς την Αίτνα και μόλις έφτασε πλησίασε στους κρατήρες της φωτιάς και εξαφανίστηκε, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να ενισχύσει τη φήμη του ότι είχε γίνει θεός (κατ’άλλους για να συναντήσει την πραγματική φύση και να γίνει και ο ίδιος φωτιά)”


Για την πτώση της αθάνατης ψυχής στην ύλη αναφέρει:


“Από ποιες άραγε τιμές και ποια κορφή ευτυχίας . Ήλθαμε εδώ στο άντρο αυτό το υπόστεγο άχαρο τόπο, όπου είναι ο Φόνος, η Έχθρα και πλήθος άλλων Συμφορών?” (Καθαρμοί 119-121)


“Ω! αλλοί, δύστυχη θνητών γενιά πανάθλια, από ποιες έριδες, ποιους στεναγμούς έχετε γίνει ! Από τους ζώντες νεκρούς έκανε εναλλάσσοντας τα είδη Καλύπτοντας τα με ασυνήθιστο χιτώνα σάρκας ” (Καθαρμοί 124-126)


“Γέννηση δεν υπάρχει για κανένα απ’ τα θνητά μήτε χαμός σ’ ολέθριο θάνατο, μονάχα μίξη κι ανακατονομή όσων σμίξαν, μόνο που γέννηση καλείται στους ανθρώπους” (Περί φύσεως 8)


Μας θυμίζει την Πλατωνική θεώρηση για τη γέννηση των ζωντανών από τη θέληση των νεκρών για ενσάρκωση και το αρχαίο ρητό: “ότι οι ψυχές που αναχωρούν υπάρχουν στον Αδη, επιστρέφουν εκεί και αναπαράγονται”. Συγκεκριμένα στο Φαίδρο αναφέρεται ότι η ψυχή είναι αθάνατη γιατί είναι αυτή που κινεί το σώμα, και μέσα από το μύθο του Ηνίοχου και την δυσαρμονία χάραξης πορείας των δύο φτερωτών αλόγων του, του λευκού (ευγενές και όμορφο) και του μαύρου (με κατώτερα χαρακτηριστικά), η ψυχή βαραίνει, χάνει την ισορροπία της και πέφτει στην ύλη, χάνοντας τα φτερά της. Έχει όμως ενθύμηση της πρωταρχικής αρχετυπικής αλήθειας και εφόσον “ξεπληρώσει” στον υλικό κόσμο μπορεί να ξανανέλθει σιγά-σιγά στο θείο της ταξίδι πίσω από τα άρματα των Θεών.


Για την αρχική κοσμογέννηση αναφέρει:


“Εκεί ούτε του ήλιου τα γοργά μέλη ξεχωρίζουνε ούτε η δασιά της γης ορμή ή η θάλασσα, έτσι της Αρμονίας το πυκνό άντρο έχει στήριγμα ο Σφαίρος ο κυκλοτερής απολαμβάνοντας τη μοναξιά του κυκλικά τον περιζώνει. Μήτε στάση μήτ’ απρεπής διένεξη στα μέλη. Μ’ αυτόν, στον εαυτό του ίσος παντού κι εντελώς δίχως πέρας, χαίρεται ο Σφαίρος ο κυκλοτερής τη μοναξιά τους που κυκλικά τον περιζώνει. Ούτε απ’ τη ράχη του δύο κλάδοι εκτινάσσονται, ούτε και πόδια, γόνατα ή γενετήσια μέλη, αλλ’ ήταν σφαίρα κι ίσος (από παντού) στον εαυτό του ” (Περί φύσεως 27-29)


Σε αντίστοιχα εσωτερικά κείμενα για την αρχική δημιουργία διαβάζουμε:


α) Ινδική Ρίγκ Βέδα: “Ο μοναδικός ένας ανάπνεε χωρίς πνοή, από τον εαυτό του. Ανέκαθεν δεν υπήρχε τίποτα παρά Αυτό”


β) Θεογονία Ησίοδου: “Αληθινά πρώτα πρώτα έγινε το Χάος αλλά μετά η πλατύστηθη Γαία”


γ) Στάντζες των Τζιάν της Μπλαβάσκυ: “Η αιώνια κάρανα, τυλιγμένη στα παντοτινά αόρατα πέπλα της, κοιμόταν για εφτά αιωνιότητες. Χρόνος δεν υπήρχε γιατί κοιμόταν στο άπειρο στήθος της διάρκειας. Παγκόσμιος νους δεν υπήρχε γιατί δεν υπήρχαν ουράνια όντα να τον περιλάβουν”


Αφήστε μια απάντηση