Επίσημη ανακοίνωση που εκδίδεται από μια αρχή και που απευθύνεται στο σύνολο του λαού για θέματα μεγάλης σπουδαιότητας ή πανηγυρικού χαρακτήρα: Tο ~ του Προέδρου της Δημοκρατίας / του πρωθυπουργού / των κομμάτων. Bασιλικό / στρατιωτικό ~. ~ για την κήρυξη πολέμου / για τον καινούριο χρόνο / για την εθνική επέτειο.
Αρχέγονα κύτταρα
Ο όρος αρχέγονα κύτταρα είναι παλαιότερος του όρου βλαστικά. Ουσιαστικά, όμως αφορά τα ίδια κύτταρα που έχουν την ιδιότητα να παράγουν πανομοιότυπα αντίγραφα τους, αλλά και να διαφοροποιούνται σε κάθε εξειδικευμένο κύτταρο του σώματος, για παράδειγμα σε κύτταρα του μυοκαρδίου, του δέρματος, του εγκεφάλου.
Αρχέγονα κύτταρα του μυελού των οστών
Τα αρχέγονα κύτταρα, που εδρεύουν στο μυελό των οστών, έχουν την ιδιότητα να φτιάχνουν κύτταρα του αίματος, γι αυτό αποκαλούνται αιματοποιητικά κύτταρα. Πρόκειται για τα κύτταρα που αναζητούνται στις μεταμοσχεύσεις μυελού των οστών. Επίσης, τα αρχέγονα αυτά κύτταρα μπορούν να διαφοροποιηθούν σε κύτταρα που σχηματίζουν τα οστά.
Βλαστικά κύτταρα
Ο όρος βλαστοκύτταρα αφορά τα κύτταρα που έχουν την ιδιότητα να βλασταίνουν σε κάθε άλλο εξειδικευμένο κύτταρο του σώματος. Επίσης, τα βλαστοκύτταρα έχουν την ιδιότητα να διαιρούνται αέναα και να αναπαράγουν τον εαυτό τους. Υπάρχουν τρεις πηγές βλαστικών κυττάρων : τα σωματικά, τα εμβρυϊκά και τα ομφαλοπλακουντιακά. Επίσης ανάλογα με το ποιους και πόσους ιστούς μπορούν να φτιάξουν τα βλαστοκύτταρα, κατηγοριοποιούνται ως ολοδύναμα ή πολυδύναμα.
Βλαστοκύστη
Βλαστοκύστη ονομάζεται το έμβρυο κατά την πέμπτη ημέρα της ανάπτυξης του, όταν αποτελείται από περίπου 150 κύτταρα.
Εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα
Εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα, είναι τα βλαστικά κύτταρα που προέρχονται από τα έμβρυα, στο στάδιο της βλαστοκύστης, δηλαδή όταν αποτελείται το έμβρυο από περίπου 150 κύτταρα. Τα βλαστοκύτταρα αυτά παρέχουν το υλικό για τη δημιουργία κάθε ανθρώπινου οργάνου και ιστού. Ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος για να απομονωθούν τα κύτταρα αυτά είναι από τα έμβρυα της εξωσωματικής γονιμοποίησης.
Κυτταρική θεραπεία
Η κυτταρική θεραπεία ή αλλιώς θεραπεία με βλαστοκύτταρα, αφορά τη δυνατότητα να γίνονται ενέσεις βλαστικών κυττάρων, προερχόμενων από τον ίδιο τον ασθενή ή έναν ιστοσυμβατό δότη, με σκοπό την ανάπλαση του κατεστραμμένου τμήματος ενός οργάνου.
Καρκινογένεση
Μια πιθανή εκτροπή των βλαστοκυττάρων κατά τη διαδικασία της συνεχούς αυτοανανέωσης τους (παραγωγής αντιγράφων τους) είναι η καρκινογένεση.
Ολοδύναμα βλαστοκύτταρα
Τα ολοδύναμα βλαστοκύτταρα, μπορούν να φτιάξουν κάθε ιστό του εμβρύου, αλλά και κάθε εξωεμβρυϊκό ιστό. Πρακτικά αυτή την ιδιότητα έχουν τα κύτταρα του εμβρύου της 2ης ή 2ης ημέρας. Ωστόσο, οι ειδικοί δεν μπορούν να τα απομονώσουν εργαστηριακά, επειδή τα μεταξύ τους όρια είναι ασαφή. Γι αυτό και πρέπει να περιμένουν μέχρι την πέμπτη ημέρα της ανάπτυξης του εμβρύου, τότε όμως τα βλαστοκύτταρα του δεν είναι πλέον ολοδύναμα, αλλά ποικιλοδύναμα.
Ομφαλοπλακουντικά βλαστοκύτταρα
Τα ομφαλοπλακουντικά βλαστοκύτταρα, είναι κύτταρα που συλλέγονται από τον ομφάλιο λώρο. Είναι κατά κύριο λόγο αιματοποιητικά και μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες μεταμόσχευσης μυελού των οστών. Τα ομφαλοπλακουντικά βλαστοκύτταρα χαρακτηρίζονται πολυδύναμα επειδή μπορούν να διαφοροποιηθούν σε όλε τις κατηγορίες των κυττάρων του αίματος, αλλά φαίνεται ότι είναι δύσκολο να φτιάξουν άλλου είδους κύτταρα.
Σωματικά βλαστοκύτταρα
Είναι βλαστικά κύτταρα που εδρεύουν μέσα σε διάφοροποιημένους ιστούς και έχουν την ικανότητα να φτιάξουν ή να αναπλάσουν τα κύτταρα του ιστού στον οποίο βρίσκονται. Αποτελούν δηλαδή, ένα είδος ρεζέρβας κάθε ιστού σε περίπτωση βλάβης.ένα παράδειγμα σωματικών βλαστοκυττάρων είναι τα αρχέγονα κύτταρα του μυελού των οστών.
Επίνευση
Επίνευση : η κάμψη της κεφαλής προς τα εμπρός.
Ερείδομαι
Ερείδομαι : αποδέχομαι ως αξιόπιστο στήριγμα, χρησιμοποιώ ως σταθερό δεδομένο, στηρίζομαι.
Επίορκος
Επίορκος : αυτός που καταπατεί, που αθετεί τον όρκο του.
Ερίφης
Ερίφης : ο πονηρός άνθρωπος, που με υπολογισμούς προσπαθεί να ξεπεράσει τους υπόλοιπους.
Επιπεφυκώς
Επιπεφυκώς : ο λεπτός διαφανής βλεννογόνος που σκεπάζει την εσωτερική επιφάνεια των βλεφάρων και την εξωτερική επιφάνεια του οφθαλμικού βολβού.