Εγκλίνομαι : αποβάλλω τον τόνο μου ή τον αποβιβάζω στην τελευταία συλλαβή της προηγούμενης λέξης.
Συνέχεια »Εθνικισμός
Εθνικισμός : υπερβολική και αποκλειστική προσήλωση προς την ιδέα του έθνους και των εθνικών ιδεωδών με κύριο χαρακτηριστικό τη διάκριση των εθνών σε ανώτερα και κατώτερα και τη διάθεση επιβολής των πρώτων στα δεύτερα.
Συνέχεια »Εγελιανισμός
Εγελιανισμός : το φιλοσοφικό σύστημα του Εγέλου και των συνεχιστών του, που διέπεται από τις αρχές της διαλεκτικής του.
Συνέχεια »Έγια μόλα
Έγια μόλα : επιφών, για να δίνει τον ρυθμό σε κωπηλάτες ή για τον συντονισμό των κινήσεων κατά τη μετακίνηση βαριών αντικειμένων.
Συνέχεια »Εγκάθετος
Εγκάθετος : αυτός που σκόπιμα τοποθετείται κάπου, εκτελώντας πιστά συγκεκριμένες εντολές, συνήθως για την επιδοκιμασία ή την αποδοκιμασία πολιτικών προσώπων.
Συνέχεια »Εγκαθίδρυση
Εγκαθίδρυση : η ίδρυση σε συγκεκριμένο τόπο.
Συνέχεια »Εγκαιροφλεγής
Εγκαιροφλεγής : αυτός που αναφλέγεται εύκολα, στην κατάλληλη στιγμή.
Συνέχεια »Εγκαλλώπισμα
Εγκαλλώπισμα : οτιδήποτε για το οποίο μπορεί να κανείς να καμαρώνει, να καυχάται.
Συνέχεια »Εγκαταβίωση
Εγκαταβίωση : γενικά ο τρόπος ζωής, το πως ζει κανείς κάπου, η ζωή σε μονή, το να μανόζει, να ασκητεύει.
Συνέχεια »Εγκατασπείρω
Εγκατασπείρω : σκορπίζω στο χώρο, εκτοξεύω προς όλες τις κατευθύνσεις.
Συνέχεια »Έγκειται
Έγκειται : βρίσκεται, ενυπάρχει.
Συνέχεια »Εγκεφαλοκήλη
Εγκεφαλοκήλη : η πρόπτωση τμήματος του εγκεφάλου από τρύπα του κρανίου (προέρχεται συνήθως από σοβαρό τραύμα).
Συνέχεια »Έγγειος
Έγγειος : αυτός που αναφέρεται στη γη, που συνιστά ακίνητο περιουσιακό στοιχείο ή προέρχεται από αυτό.
Συνέχεια »Έγκλεισμα
Έγκλεισμα : μικροσκοπικό σώμα σε στερεή, υγρή ή αέρια κατάσταση, που εγκλείεται στους κρυστάλλους διαφόρων ορυκτών.
Συνέχεια »Έγγιστα
Έγγιστα : πάρα πολύ κοντά.
Συνέχεια »Εγκλείστρα
Εγκλείστρα : κάθε κλειστός χώρος, σπηλιά, όπου μονάζει ένας ασκητής.
Συνέχεια »