Διηπειρωτικός : αυτός που αναφέρεται σε δύο ή παραπάνω ηπείρους.
Συνέχεια »Δίλημμα
Δίλημμα : συλλογισμός που συνιστάται σε δύο αντιθετικές προτάσεις, από τις οποίες όποια και αν επιλεγεί θα έχει εξίσου θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα.
Συνέχεια »Διισχυρίζομαι
Διισχυρίζομαι : ισχυρίζομαι κάτι παρουσιάζοντας αναλυτικά τη σκέψη μου.
Συνέχεια »Διένεξη
Διένεξη : έντονη αντιπαράθεση.
Συνέχεια »Διεπίδραση
Διεπίδραση : η αμοιβαία επίδραση ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα στοιχεία, πρόσωπα, συστήματα πληροφορικής και χρήστες.
Συνέχεια »Διερμηνέας
Διερμηνέας : ο ειδκός που βοηθάει να επικοινωνήσουν μεταξύ τους άνθρωποι που δεν μιλάνε την ίδια γλώσσα, μεταφράζοντας τα λεγόμενα του ενός στη γλώσσα του άλλου.
Συνέχεια »Διεστραμμένος
Διεστραμμένος : αυτός που αποκλίνει από ότι θεωρείται ορθό, ηθικό, φυσιολογικό.
Συνέχεια »Διευθέτηση
Διευθέτηση : η τακτοποίηση, η ρύθμιση κάποιου προβλήματος ή θέματος.
Συνέχεια »Διευθυντήριο
Διευθυντήριο : ο χώρος που στεγάζει τη διεύθυνση, διοίκηση.
Συνέχεια »Διευθυντικός
Διευθυντικός : αυτός που σχετίζεται με τον διευθυντή ή τη διεύθυνση.
Συνέχεια »Διεύρυνση
Διεύρυνση : η αύξηση του εύρους και η επέκταση (γεωγραφική) στο χώρο.
Συνέχεια »Δίβουλος
Δίβουλος : αυτός που δεν μπορεί να καταλήξει σε μία άποψη.
Συνέχεια »Διζωνικός
Διζωνικός : αυτός που αποτελείται από δύο (γεωγραφικές) ζώνες ή σκοπεύει στην ύπαρξη δύο ζωνών.
Συνέχεια »Διγενής
Διγενής : αυτός που προέρχεται από δύο διαφορετικά γένη, φυλές ή εθνότητες.
Συνέχεια »Διήγημα
Διήγημα : πεζογράφημα μικρής σχετικά έκτασης, το οποίο παρουσιάζει την ολοκληρωμένη αφήγηση περιστατικού ή ιστορίας.
Συνέχεια »Διδακτισμός
Διδακτισμός : η τάση κάποιου να θέλει να διδάξει, να δίνει διδάγματα.
Συνέχεια »