Γέρμα : η δύση του ηλίου , το ηλιοβασίλεμα.
Συνέχεια »Γέρμα
1 Αυγούστου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Προσπάθεια δημιουργίας ένος λεξικού με λέξεις και έννοιες που συχνά χρησιμοποιούμε άλλα δεν γνωρίζουμε την ακριβή τους σημασία.
1 Αυγούστου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γέρμα : η δύση του ηλίου , το ηλιοβασίλεμα.
Συνέχεια »1 Αυγούστου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γεώμορο : το τμήμα της συγκομιδής που δίνει ο καλλιεργητής ως μίσθωμα στον ιδιοκτήτη του κτήματος.
Συνέχεια »1 Αυγούστου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γεροκούσαλο : άνθρωπος που έχει καταβληθεί από τα γηρατειά και τα έχει χαμένα , ώστε να μη θυμάται και να μην επικοινωνεί ομαλά με το περιβάλλον του.
Συνέχεια »1 Αυγούστου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γεώσφαιρα : η γήινη σφαίρα και κυρίως το στερεό τμήμα της γης , που αποτελείται από ανόργανη ύλη .
Συνέχεια »1 Αυγούστου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γερομπαμπαλής : γέρος ανόητος και ξεμωραμένος.
Συνέχεια »17 Ιουλίου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γαρμπής : ο νοτιοδυτικός άνεμος, ο λίβας.
Συνέχεια »17 Ιουλίου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γαρμπίλι : χαλίκι που χρησιμοποιείται στις οικοδομές.
Συνέχεια »17 Ιουλίου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γάρος: 1. Αλατισμένο νερό μέσα στο οποίο διατηρούνται ελιές , ψάρια , λαχανικά κλπ. 2. Επίσης είναι και σάλτσα αποτελούμενη από μικρά ψάρια ή εντόσθια ψαριών , λεμόνι και λάδι. 3. Το λέκιασμα.
Συνέχεια »17 Ιουλίου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γασμούλος : στην Πελοπόννησο κατά την Φραγκοκρατία έτσι λεγόταν αυτός του οποίου ο ένας γονέας ήταν φραγκικής καταγωγής και ο άλλος ελληνικής.
Συνέχεια »17 Ιουλίου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γαστέρα : η κοιλιακή χώρα .
Συνέχεια »17 Ιουλίου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γαστραλγία : ο πόνος στην κοιλιακή χώρα.
Συνέχεια »17 Ιουλίου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γδούπος : ο απότομος , υπόκωφος θόρυβος.
Συνέχεια »17 Ιουλίου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γαλέτα : κομμάτι ή φέτα ψωμιού που έχει ξαναψηθεί , που δίνεται ως ξηρά τροφή σε στρατιώτες και ναυτικούς .
Συνέχεια »17 Ιουλίου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γέλη : το τζελ.
Συνέχεια »17 Ιουλίου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γαλή : η γάτα.
Συνέχεια »17 Ιουλίου, 2005Ελληνικό Λεξικό
Γεμιστής : παλιός και έμπειρος ναυτικός . Επίσης ειρωνικά είναι αυτός που δεν έχει σχέση με τη θάλασσα και προσποιείται τον πολύξερο.
Συνέχεια »