Αχρονος : αυτός που δεν υπόκεινται σε χρονικούς περιορισμούς , αλλά εκτείνεται στην αιωνιότητα .
Συνέχεια »ΑΧΡΟΥΣ
Αχρους : αυτός που δεν έχει χρώμα .
Συνέχεια »ΑΧΩ
Αχώ : δημιουργώ αντίλαλο , ηχώ.
Συνέχεια »ΑΨΑΔΑ
Αψάδα : η καυστική , τσουχτερή γεύση .Η εκδήλωση της έξαψης , η κατάσταση του ευέξαπτου .
Συνέχεια »ΑΨΕΝΤΙ
Αψέντι : οινοπνευματώδες ποτό , το οποίο παρασκευάζεται με απόσταξη από τα φύλλα ποώδους και αρωματικού φυτού , της αψίνθου και άλλων αρωματικών συστατικών , έχει κιτρινοπράσινο χρώμα , ξηρή και κάπως πικρή γεύση και σερβίρεται κυρίως αραιωμένο με νερό …
Συνέχεια »ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΣ
Αφερέγγυος : αυτός που δεν εμπνέει εμπιστοσύνη , τον οποίο δεν μπορεί να να εμπιστευθεί .
Συνέχεια »ΑΧΛΥΣ
Αχλύς : η ελαφρά ομίχλη .Μεταφορικά , η κατήφεια του προσώπου .
Συνέχεια »ΑΦΕΡΙΜ
Αφερίμ : εύγε , μπράβο , καλώς ( τουρκ. aferim )
Συνέχεια »ΑΦΕΥΚΤΟΣ
Αφευκτος : αυτόςε που δεν μπορεί να τον αποφύγει κανείς .
Συνέχεια »ΑΦΗΛΙΟ
Αφήλιο : το σημείο της ελλειπτικής τροχιάς ενός πλανήτη ( ή κομήτη ) , το οποίο βρίσκεται στη μεγαλύτερη απόσταση από τον ήλιο .
Συνέχεια »ΑΦΘΟΡΟΣ
Αφθορος : αυτός που δεν έχει φθαρεί , που είναι ηθικός αγνός και αμόλυντος .
Συνέχεια »ΑΦΙΛΟΚΑΛΟΣ
Αφιλόκαλος : αυτός που δεν αγαπά το ωραίο , μη καλαίσθητος .
Συνέχεια »ΑΦΙΛΟΠΟΝΟΣ
Αφιλόπονος : αυτός που δεν αγαπά την εργασία .
Συνέχεια »ΑΦΙΟΝΙ
Αφιόνι : η παπαρούνα από την οποία παράγεται το όπιο .Μεταφορικά , καθετί το οποίο μπορεί να προκαλέσει πνευματικό λήθαργο , να στερήσει από κάποιον το δικαίωμα να σκέπτεται και να αποφασίζει ελεύθερα .
Συνέχεια »ΑΦΛΕΓΗΣ
Αφλεγής : αυτός που δεν πάιρνει φωτιά , ο άφλεκτος .
Συνέχεια »ΑΦΛΟΓΙΣΤΙΑ
Αφλογιστία : για όπλο, η μη ανάφλεξη του καψαλιού ή της γομόσεως όπλου έτοιμου να πυροδοτήσει παρά την πυροδότηση του αντίστοιχου μηχανισμού . Μεταφορικά , η έλλειψη της αποτελεσματικότητας ή ικανότητας επιτυχίας του στόχου .
Συνέχεια »