Ασέληνος: αυτός που δεν φωτίζεται από το φως της σελήνης .
Συνέχεια »ΑΣΗΠΤΟΣ
Ασηπτος : αυτός που δεν έχει ή δεν είναι δυνατόν να σαπίσει .Στην ιατρική είναι αυτός που έχει αποστειρωθεί ή απολυμανθεί , έτσι ώστε να μην υφίσταται κίνδυνος μολύνσεως .
Συνέχεια »ΑΣΗΨΙΑ
Ασηψία : η μη ύπαρξη σήψεως .
Συνέχεια »ΑΣΙΚΗΣ
Ασίκης : αυτός που διαθέτει παράστημα , κορμοστασιά , καθώς και λεβεντιά , γενναιότητα .
Συνέχεια »ΑΣΚΑΡΔΑΜΥΚΤΙ
Ασκαρδαμυκτί : χωρίς να ανοιγοκλείνουν τα μάτια ,με ατενές βλέμμα .
Συνέχεια »ΑΣΚΑΥΛΟΣ
Ασκαυλος : η γκάιντα.
Συνέχεια »ΑΣΚΕΡΙ
Ασκέρι : πολυπληθές στρατιωτικό σώμα που ανήκει είτε σε τακτικό είτε σε άτακτο στρατό . Είναι το μεγάλο ανοργάνωτο πλήθος ανθρώπων .
Συνέχεια »ΑΣΚΙΑΧΤΟΣ
Ασκιαχτος : αυτός που δεν σκιάζεται , που δεν τρομάζει ποτέ .
Συνέχεια »ΑΣΚΟΕΙΔΗΣ
Ασκοειδής : αυτός που μοιάζει με ασκό.
Συνέχεια »ΑΡΤΑΙΝΟΜΑΙ
Αρταίνομαι : σταματώ τη νηστεία , τρώω φαγητό με αρτύματα .
Συνέχεια »ΑΡΧΕΤΥΠΟ
Αρχέτυπο : αυτός που διαμορφώθηκε ήδη από την αρχή και μπορεί να αποτελέσει πρότυπο .
Συνέχεια »ΑΡΤΕΜΩΝ
Αρτέμων : το μικρό τριγωνικό πανί του μικρού καταρτιού της πλώρης .
Συνέχεια »ΑΡΤΕΡΓΑΤΗΣ
Αρτεργάτης : αυτός που εργάζεται σε αρτοποιείο ως ζυμωτής ή φουρνιστής .
Συνέχεια »ΑΡΤΕΣΙΑΝΟ ΦΡΕΑΡ
Αρτεσιανό φρέαρ : πηγάδι που επικοινωνεί με υπόγειο υδροφόρο στρώμα και από το οποίο το νερό αναβλύζει χωρίς άντληση , λόγω φυσικής πιέσεως σύμφωνα με την αρχή των συγκοινωνούντων δοχείων .
Συνέχεια »ΑΡΤΙ
Αρτι : (επίρρημα ) μόλις , πρόσφατα , προ ολίγου .
Συνέχεια »ΑΡΤΙΓΕΝΗΣ
Αρτιγενής : αυτός που μόλις γεννήθηκε , μόλις απέκτησε υπόσταση .
Συνέχεια »