Μενού
Αρχική / Εγκυκλοπαίδεια / Λεξικό - Γλωσσάρια / Ελληνικό Λεξικό (Σελίδα 62)

Ελληνικό Λεξικό

Προσπάθεια δημιουργίας ένος λεξικού με λέξεις και έννοιες που συχνά χρησιμοποιούμε άλλα δεν γνωρίζουμε την ακριβή τους σημασία.

ΑΣΠΑΛΑΚΑΣ

Ασπάλακας : ο τυφλοπόντικας . Μεταφορικά , λέμε κάποιον που δεν μπορεί να δει , που δεν έχει οξυδέρκεια , που βρίσκεται σε πνευματικό σκοτάδι .

Συνέχεια »

ΑΣΤΑΡΙ

Αστάρι : το ύφασμα που ράβεται στο εσωτερικό μέρος του ενδύματος , φόδρα. Επίσης η πρώτη επίστρωση χρωματισμού σε επιφάνεια .

Συνέχεια »

ΑΡΤΟΚΛΑΣΙΑ

Αρτοκλασία : ειδική τελετή στις μεγάλες γιορτές , κατά την οποία ο ιερέας ευλογεί τους προσφερόμενους πέντε άρτους , που θα μοιραστούν στο εκκλησίασμα .

Συνέχεια »

ΑΡΤΥΜΑ

Αρτυμα : οτιδήποτε προστίθεται στο μαγειρεμένο φαγητό , για να νοστιμίσει , για να κάνει τη γεύση του πιο πικάντικη , π.χ. αλάτι , πιπέρι , μπαχαρικά κ.λπ.

Συνέχεια »