Ακοστάρω : πλευρίζω στην παραλία , την αποβάθρα ή σε άλλο πλοίο ( για πλοία και βάρκες ).
Συνέχεια »ΕΥΚΑΙΡΩΣ – ΑΚΑΙΡΩΣ
Ευκαίρως – ακαίρως :πάει δεν πάει , πρέπει δεν πρέπει .
Συνέχεια »ΑΚΟΥΑΡΙΟΥΜ
Ακουάριουμ : το ενυδρείο .
Συνέχεια »ΑΚΑΝΘΟΧΟΙΡΟΣ
Ακανθόχοιρος : ο σκαντζόχοιρος .
Συνέχεια »ΑΚΡΙΤΟΜΥΘΟΣ
Ακριτόμυθος : αυτός που δεν μπορεί να κρατήσει μυστικό ,που κοινολογεί τα μυστικά που του έχουν εμπιστευθεί .
Συνέχεια »Α ΚΑΠΕΛΑ
Α καπέλα : χωρίς συνοδεία μουσικών οργάνων .
Συνέχεια »ΑΚΡΟΑΜΑ
Ακρόαμα :ότι ακούει κανεί συνήθως σε δημόσιους χώρους ,και έχει χαρακτήρα ψυχαγωγικό (π.χ μουσικό κομμάτι , απαγγελία ).
Συνέχεια »ΑΚΑΡΙ
Άκαρι: καθένα από μια ομάδα ζωυφίων ( όπως ο σκόρος , το τσιμπούρι ) , τα οποία έχουν τη μορφή μικροσκοπικής αράχνης και ζουν είτε ελεύθερα , τρεφόμενα με οργανικά υπολλείματα , είτε ως παράσιτα των φυτών , των ζώων …
Συνέχεια »ΑΚΑΡΙΚΩΤΟ
Ακαρίκωτο : το ύφασμα που δεν έχει καρικωθεί , που δεν του έχουν ράψει τις άκρες για να μην ξεφτύζει .
Συνέχεια »ΑΕΡΟΠΑΝΟ
Αεροπανό : το πανό το οποίο αναρτάται σε ψηλό σημείο ( γέφυρες , κτήρια , δρόμους ..) .
Συνέχεια »ΑΙΣΘΑΝΤΙΚΟΣ
Αιασθαντικός : αυτός που χαρακτηρίζεται από λεπτότητα και ευαισθησία στον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνει τα συναισθήματά του .
Συνέχεια »ΑΕΡΟΦΑΓΙΑ
Η παθολογική χρόνια κατάποση αέρα κατά τη διάρκεια του φαγητού .
Συνέχεια »ΑΙΤΙΑΤΟ
Αιτιατό : το αποτέλεσμα μιας αιτίας : σχέση αιτίας – αιτιατού ( αποτελέσματος ).
Συνέχεια »ΑΕΤΩΜΑ
Αέτωμα : η τριγωνική επίστεψη στην οποία απολήγει η πρόσοψη των στενών πλευρών αρχαίου ελληνικού ναού . Το διακοσμητικό τρίγωνο επιστέγασμα οικοδομήματος .
Συνέχεια »ΑΖΕΡΟΣ
Αζέρος : αυτός που κατάγεται από το Αζερμπαϊτζάν .
Συνέχεια »ΑΗΔΗΣ
Αηδής : ο δυσάρεστος στις αισθήσεις , που προκαλεί έντονη αποστροφή , απέχθεια .
Συνέχεια »