Αδολεσχία : η υπερβολική σε μάκρος , φλύαρη και κουραστική ομιλία .
Συνέχεια »ΑΕΡΟΒΙΟΣ
Αερόβιος : αυτός που χρειάζεται οξυγόνο για να υπάρξει ή να συντελεστεί .
Συνέχεια »ΑΔΡΑΧΝΩ
Αδράχνω : αρπάζω …Αδραξε την ευκαιρία : δεν άφησε την ευκαιρία ανεκμετάλλευτη .
Συνέχεια »ΑΕΡΟΓΑΜΟΣ
Αερόγαμος : φυτό του οποίου η επικονίαση γίνεται από τη γύρη που μεταφέρει ο αέρας .
Συνέχεια »ΑΔΡΑΧΤΙ
Αδράχτι : το μεταλλικό ή ξύλινο κυλινδρικό εργαλείο για το γνέσιμο υφαντικού υλικού .
Συνέχεια »ΑΕΡΟΓΡΑΜΜΑ
Αερόγραμμα : η επιστολή της οποίας ο φάκελος θεωρείται το ίδιο χαρτί το οποίο είναι γραμμένη , εφόσον διπλωθεί κατά τέτοιον τρόπο ώστε στην εξωτερική πλευρά να αναγραφούν τα στοιχεία του αποστολέα και του παραλήπτη και να επικολληθεί το γραμματόσημο …
Συνέχεια »ΑΔΡΟΜΕΡΗΣ
Αδρομερής : αυτός που αναφέρεται σε αδρά , προέρχοντα , απολύτως βασικά χαρακτηριστικά .
Συνέχεια »ΑΕΡΟΔΥΝΟ
Αερόδυνο : κάθε αεροσκάφος βαρύτερο από τον αέρα , που πετά με βάση τις αεροδυνάμεις . π.χ αεροπλάνο , ελικόπτερο ..
Συνέχεια »ΑΔΕΛΦΟΠΟΙΤΟΣ
Αδελφοποιτός : αυτός που γίνεται αδελφός με κάποιον με τον οποίο δεν έχει συγγένεια , σε ειδική τελετή όπου αναμειγνύουν το αίμα τους ή δίνουν όρκους αγάπης .
Συνέχεια »ΑΔΕΡΦΟΜΟΙΡΑΔΙ
Αδερφομοιράδι : το μερίδιο κάθε αδερφού από τη μοιρασιά της πατρικής περιουσίας ή κληρονομιάς .
Συνέχεια »ΑΔΗΛΟΣ
Αδηλος : αυτός που δεν είναι φανερός .
Συνέχεια »ΑΔΗΡΙΤΟΣ
Αδήριτος : αυτός που δεν μπορεί να αγνοηθεί , που επιβάλλεται .
Συνέχεια »ΑΔΗΩΤΟΣ
Αδήωτος : αυτός που δεν λεηλατήθηκε , δεν ερημώθηκε από εχθρό .
Συνέχεια »ΑΔΙΑΓΟΥΜΙΣΤΟΣ
Αδιαγούμιστος : αυτός που δεν έχει λεηλατηθεί , διαγουμιστεί .
Συνέχεια »ΑΔΙΑΚΟΡΕΥΤΟΣ
Αδιακόρευτος : (γυναίκα ) που δεν διακορεύτηκε , που διατηρεί άθικτο τον παρθενικό της υμένα , που κατά επέκταση δεν ήλθε σε σεξουαλική επαφή με άντρα .
Συνέχεια »ΑΔΙΑΚΩΛΥΤΟΣ
Αδιακώλυτος : αυτός που δεν παρεμποδίζεται ή δεν έχει παρεμποδιστεί .
Συνέχεια »
asxetos.gr 15 χρόνια χρηστικό περιεχόμενο