Εκκύκλημα : σκηνικό μηχάνημα, ξύλινο τροχοφόρο δάπεδο, πάνω στο οποίο παρουσιάζονταν στη σκηνή τα αποτελέσματα ορισμένων πράξεων, που θεωρείτο ασεβές να διαδραματισθούν ενώπιον των θεατών.
Συνέχεια »Εκλαμψία
Εκλαμψία : η παθολογική διατάραξη της εγκυμοσύνης των γυναικών, που εκδηλώνεται με σπασμούς και κώμα.
Συνέχεια »Έκδοτος
Έκδοτος : αυτός που έχει παραδοθεί ολοκληρωτικά στις απολαύσεις, στην ικανοποίηση των αισθήσεων ή των παθών του.
Συνέχεια »Έκλυτος
Έκλυτος : αυτός που δεν σέβεται τους ηθικούς κανόνες και δεν χαλιναγωγεί τα πάθη του, ο ανήθικος.
Συνέχεια »Εκδούλευση
Εκδούλευση : κάθε σκόπιμη πράξη που γίνεται χαριστικά για την εξυπηρέτηση (κάποιου).
Συνέχεια »Εκμαγείο
Εκμαγείο : το κοίλο αποτύπωμα, μέσα στο οποίο στερεοποιείται και μορφοποιείται παχύρρευστο υλικό.
Συνέχεια »Έκδοχο
Έκδοχο : κάθε φαρμακολογικά αδρανής ουσία, που χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με φάρμακο για επίτευξη επιθυμητού όγκου, πυκνότητας, σύστασης.
Συνέχεια »Εκμαυλίζω
Εκμαυλίζω : παρασύρω στη διαφθορά.
Συνέχεια »Ειωθός
Ειωθός : οτιδήποτε επαναλαμβάνεται κατά σταθερή συχνότητα, η συνήθεια.
Συνέχεια »Εκάστοτε
Εκάστοτε : σε κάθε περίπτωση, κάθε φορά.
Συνέχεια »Εκάτερος
Εκάτερος : ο καθένας από τους δύο, ο καθένας ξεχωριστά.
Συνέχεια »Εκατέρωθεν
Εκατέρωθεν : και από τις δύο πλευρές ξεχωριστά, και από τη μία και από την άλλη.
Συνέχεια »Εκατομβή
Εκατομβή : απώλεια μεγάλου αριθμού ζώων από βίαιο θάνατο.
Συνέχεια »Εκατονταρχία
Εκατονταρχία : το αξίωμα και η θητεία του εκατοντάρχου.
Συνέχεια »Εκβάλλω
Εκβάλλω : ωθώ προς τα έξω, βγάζω έξω.
Συνέχεια »Εκβράζω
Εκβράζω : ωθώ προς τα έξω με την άνωση, με υπόγεια ρεύματα ή παλίρροια, βγάζω στην ξηρά.
Συνέχεια »