Κρατώ κάτι καλά, περιποιούμαι (ενέχομαι = κρατούμαι)
Συνέχεια »ΕΝΕΧΩ
16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Προσπάθεια δημιουργίας ένος λεξικού με λέξεις και έννοιες που συχνά χρησιμοποιούμε άλλα δεν γνωρίζουμε την ακριβή τους σημασία.
16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Κρατώ κάτι καλά, περιποιούμαι (ενέχομαι = κρατούμαι)
Συνέχεια »16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Πολυαγαπημένος (το πως χρησιμοποιείται είναι άλλο θέμα )
Συνέχεια »16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Αυτός “που συμβαίνει” κατά την διάρκεια της ημέρας
Συνέχεια »16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
πολύ φανερός , καταφανής
Συνέχεια »16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Από εδώ , από εκεί
Συνέχεια »16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Τον τελευταίο καιρό , προ ολίγου
Συνέχεια »16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Συνετός , σώφρων , λογικός , φρόνιμος
Συνέχεια »16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Θεοποιώ , αποθεώνω
Συνέχεια »16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Κάποτε , κάποια φορά ………… !!
Συνέχεια »16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Αυτός που πρεσβεύει άλλα από τα ορθά …
Συνέχεια »16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Αποτύπωση , αποτύπωμα , σφραγίδα , ομοίωμα ανθρώπου
Συνέχεια »16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Ο σύμφωνος με το νόμο
Συνέχεια »16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Φέρνω καλές ειδήσεις – (μην μπερδευτείτε με τον Ευαγγελάτο )
Συνέχεια »16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Μεταφέρω για ταφή , αποβιβάζω , παράγω, φέρω έξω ..
Συνέχεια »16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Ξαφνικά , αιφνιδιαστικά, απροσδόκητα
Συνέχεια »16 Ιουνίου, 2002Ελληνικό Λεξικό
Ευτυχία, πλούτος, ευημερία
Συνέχεια »