Έκδηλος : ολοφάνερος, ξεκάθαρος.
Συνέχεια »Εισιτήριος
Εισιτήριος : αυτός με τον οποίο πιστοποιείται η ικανότητα ή αναγνωρίζεται η δυνατότητα εισόδου, εισαγωγής.
Συνέχεια »Εκδορά
Εκδορά : το γδάρσιμο του δέρματος των ζώων για ποικίλες χρήσεις.
Συνέχεια »Εισορμώ
Εισορμώ : εισέρχομαι ξαφνικά με επιθετική διάθεση.
Συνέχεια »Εισπλέω
Εισπλέω : εισέρχομαι σε λιμάνι (για σκάφη).
Συνέχεια »Εισρόφηση
Εισρόφηση : η διείσδυση υγρών ή στερεών ουσιών στις αναπνευστικές οδούς, κυρίως όταν δεν λειτουργούν τα λαρυγγικά αντανακλαστικά ή λόγω απότομης εισπνής.
Συνέχεια »Ειωθός
Ειωθός : οτιδήποτε επαναλαμβάνεται κατά σταθερή συχνότητα, η συνήθεια.
Συνέχεια »Εκάστοτε
Εκάστοτε : σε κάθε περίπτωση, κάθε φορά.
Συνέχεια »Εκάτερος
Εκάτερος : ο καθένας από τους δύο, ο καθένας ξεχωριστά.
Συνέχεια »Εκατέρωθεν
Εκατέρωθεν : και από τις δύο πλευρές ξεχωριστά, και από τη μία και από την άλλη.
Συνέχεια »Εκατομβή
Εκατομβή : απώλεια μεγάλου αριθμού ζώων από βίαιο θάνατο.
Συνέχεια »Εκατονταρχία
Εκατονταρχία : το αξίωμα και η θητεία του εκατοντάρχου.
Συνέχεια »Εθνικόφρων
Εθνικόφρων : αυτός που έχει εθνικά φρανήματα, που πιστεύει στην ιδέα του έθνους, την υποστηρίζει και την προβάλλει.
Συνέχεια »Ειρημένος
Ειρημένος : αυτός που έχει λεχθεί.
Συνέχεια »Εθνοβόρος
Εθνοβόρος : ο φθοροποιός ή και καταστροφικός για το έθνος.
Συνέχεια »Ειρηνισμός
Ειρηνισμός : η αντίθεση στον πόλεμο ή τη χρήση βίας ως μέσο επιλύσεως διαφορών και ειδικότ. η άρνηση αναμείξεως σε στρατιωτικές, πολεμικές επιχειρήσεις εξαιτίας προσωπικών αρχών ή πεποιθήσεων.
Συνέχεια »