Λιμαρά (η) = γιακάς
Συνέχεια »Λιμαρά
15 Οκτωβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Προσπάθεια δημιουργίας ενός κοζανητικού λεξικού με φράσεις και λέξεις από την όμορφη Κοζάνη.
15 Οκτωβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Λιμαρά (η) = γιακάς
Συνέχεια »15 Οκτωβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Λουζγιάζου = μπερδεύω
Συνέχεια »15 Οκτωβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Λιαούντ’ς (ο) = ο μικρόσωμος αλλά έξυπνος και αεικίνητος
Συνέχεια »15 Οκτωβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Λιακούτια (τα) = άνοστα, νερόβραστα φαγητά
Συνέχεια »15 Οκτωβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Λαγκιόλια (τα) = λοξές πιέτες
Συνέχεια »15 Οκτωβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Λιμπαντές (ο) = γυναικείο πουκάμισο, κεντημένο, με μανίκια
Συνέχεια »15 Οκτωβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Λουντίνια (τα) = μεταξωτά υφαντά προσόψια με δαντέλα γύρω που τα χρησιμοποιούσαν για διακόσμηση
Συνέχεια »15 Οκτωβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Λένγκου (γυν. όνομα) = Ελένη
Συνέχεια »4 Σεπτεμβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Κιπέγκ’ (το) = ξύλινος πάγκος φούρνου που αραδιάζανε τα ψωμιά, πεζούλι
Συνέχεια »4 Σεπτεμβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Κιουτεύου (ρημ.) = λακίζω, υποχωρώ
Συνέχεια »4 Σεπτεμβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Κριών΄ς, Κριωνάκος, Κριώναρος (ο) = αλήτης, συνήθως τα παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας που γυρνάνε στούς δρόμους
Συνέχεια »4 Σεπτεμβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Κουταλεύου (ρημ.) = ψάχνω
Συνέχεια »4 Σεπτεμβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Κατώφιλους (ο) = το ξύλινο κεφαλόσκαλο
Συνέχεια »4 Σεπτεμβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Κώτιας (ανδρ. ονομα) = Κων/νος
Συνέχεια »4 Σεπτεμβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Καρά (η) = καρυδιά
Συνέχεια »4 Σεπτεμβρίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριο
Κανέστρα (η) = πανέρι
Συνέχεια »