Πάλιαγκας (ο) = αράχνη
Συνέχεια »Πιτλίδες
Πιτλίδες (οι) = κοζανίτικοι λουκουμάδες αλλα πλατύτεροι και μεγαλύτεροι, πασπαλισμένοι με μπόλικη ζάχαρη
Συνέχεια »Πογκοφωλιά
Πογκοφωλιά (η) = ιστός αράχνης, αραχνοφωλιά
Συνέχεια »Πλατάρια
Πλατάρια (τα) = φτερά
Συνέχεια »Παμπόρι
Παμπόρι (το) = χαρταετός
Συνέχεια »Πλόχιρου
Πλόχιρου (το) = χούφτα
Συνέχεια »Πατίκια
Πατίκια (τα) = ξύλινα τσόκαρα με λαστιχένιο λουρί
Συνέχεια »Παγουτή
Παγουτή (η) = κρύο, δρυμί ψύχος
Συνέχεια »Παραλαλώ
Παραλαλώ (ρημ.) = παραμιλώ στον ύπνο
Συνέχεια »Πουτιόλ’τς
Πουτιόλ’τς (ανδρ.όνομα) = Αποστόλης
Συνέχεια »Παρέκεια
Παρέκεια (έκφραση) = πιό πέρα, παραπέρα
Συνέχεια »Πουρδουκλιά
Πουρδουκλιά (η) = τρικλοποδιά
Συνέχεια »Πίπ’κα
Πίπ’κα (επιρ.) = τα πίπκα = μπρούμητα
Συνέχεια »Πιρδικλόνουμι
Πιρδικλόνουμι (ρημ.) = μπευρδεύωμαι, σκοντάφτω
Συνέχεια »Πάσα μερά
Πάσα μερά (εκφραση) = κάθε ημέρα
Συνέχεια »Πιλιγόδους
Πιλιγόδους (ο) = κουλούρα απο χοντρό και σπειροειδώς τυλιγμένο πανί που την έβαζαν στο κεφάλι για να στηρίζει το σινί
Συνέχεια »