Χοχλιομπάντουρο : Το όστρακο του σαλιγκαριού.
Συνέχεια »Ψιμάρνι
Ψιμάρνι : Όψιμο αρνί.
Συνέχεια »Ψίκι
Ψίκι : Ακολουθία , πομπή.
Συνέχεια »Ψήμα
Ψήμα : Ψήσιμο.
Συνέχεια »Ψεσινός
Ψεσινός : Χθεσινός.
Συνέχεια »Ψέγος
Ψέγος : Ψεγάδι , ελάττωμα , ατέλεια.
Συνέχεια »Ψεγαδιάστρα
Ψεγαδιάστρα : Η κουτσομπόλα γυναίκα.
Συνέχεια »Ψαρογάροι
Ψαρογάροι : Σαρδέλες παστές.
Συνέχεια »Ψαργάδινος
Ψαργάδινος : Χθεσινοβράδυνος.
Συνέχεια »Ψαλιμουδίζω
Ψαλιμουδίζω : Σιγομουρμουρίζω.
Συνέχεια »Βαροκάρδιστη
Βαροκάρδιστη :κακή ψυχική διάθεση, στεναχώρια
Συνέχεια »Βατσιναμάτης
Βατσιναμάτης: αυτός που έχει στη μούρη του μαύρα στίγματα σαν τα βάτσινα (βατόμουρα).
Συνέχεια »Ανάπλαγο
Ανάπλαγο: ακαλλιέργητος αγρός, η πλαγιά.
Συνέχεια »Ανεργιάζω
Ανεργιάζω :καταλαβαίνω, το παίρνω χαμπάρι
Συνέχεια »Απανοβαρτάς
Απανοβαρτάς: ρουφιάνος, ανέντιμος.
Συνέχεια »Απόκειας
Απόκειας : έπειτα, μετά .
Συνέχεια »