Εγκλίνομαι : αποβάλλω τον τόνο μου ή τον αποβιβάζω στην τελευταία συλλαβή
της προηγούμενης λέξης.
Εθνικισμός
Εθνικισμός : υπερβολική και αποκλειστική προσήλωση προς την ιδέα του έθνους και
των εθνικών ιδεωδών με κύριο χαρακτηριστικό τη διάκριση των εθνών σε ανώτερα και
κατώτερα και τη διάθεση επιβολής των πρώτων στα δεύτερα.
Εγκόλπιο
Εγκόλπιο : περιληπτικό βιβλίο μικρού συνήθως σχήματος, που περιλαμβάνει βασικές
και εκλαϊκευμένες γνώσεις, οδηγίες, κανονισμούς κ.λπ. για ορισμένη επιστήμη,
τέχνη, διδασκαλία.
Εγκυκλοπαιδισμός
Εγκυκλοπαιδισμός : η συστηματική κια μέχρι υπερβολής προσπάθεια να αποκτήσει
κανείς εγκυκλοπαιδικές γνώσεις (συχνά για λόγους επιδεικτικούς και χωρίς κριτική
επεξεργασία τους).
Εγκύπτω
Εγκύπτω : σκύβω και εξετάζω με προσοχή (αντικείμενο ή γεγονός, κατάσταση, ζήτημα κ.τλ.), προσηλώνω το ενδιαφέρον μου σε κάτι.
Εγκύστωση
Εγκύστωση : η δημιουργία περιβλήματος (κύστη) από οργανισμό και η έγκλειση σε
αυτό, πράγμα που συνοδεύεται από ελάττωση των φυσιολογικών λειτουργιών του,
προκειμένου ο οργανισμό να αντιμετωπίσει παροδικές δυσμενείς συνθήκες του
περιβάλλοντος.
Εγνωσμένος
Εγνωσμένος : αυτός που βρίσκεται πέρα από κάθε αμφιβολία, που έχει αναγνωριστεί
από όλες τις πλευρές.
Έγχυμα
Έγχυμα : υδατικό εκχύλισμα δρόγης, που λαμβάνεται όταν η ουσία αυτή
περιχυθεί με βραστό νερό για μερικά λεπτά.
Εγωπαθής
Εγωπαθής : αυτός που αγαπά παθολογικά τον εαυτό του, που χαρακτηρίζεται από
υπερβολικό εγωισμό και φιλαυτία.
Εγωτισμός
Εγωτισμός : η υπερβολική αυτοανάλυση και αυτοκαλλιέργεια του ατόμου με σκοπό την
ανάδειξη και τελειοποίηση κάθε προσωπικού και πρωτότυπου στοιχείου του ή την
ατομική του τελειοποίηση.
Εδαφικότητα
Εδαφικότητα : το δικαίωμα κράτους να τιμωρεί τους αλλοδαπούς που διαπράττουν
έγκλημα στο έδαφος του.
Έδικτον
Έδικτον : διάταγμα που εκδιδόταν από άρχοντα.
Έγγειος
Έγγειος : αυτός που αναφέρεται στη γη, που συνιστά ακίνητο περιουσιακό στοιχείο
ή προέρχεται από αυτό.
Έγκλεισμα
Έγκλεισμα : μικροσκοπικό σώμα σε στερεή, υγρή ή αέρια κατάσταση, που εγκλείεται
στους κρυστάλλους διαφόρων ορυκτών.
Έγγιστα
Έγγιστα : πάρα πολύ κοντά.
Εγκλείστρα
Εγκλείστρα : κάθε κλειστός χώρος, σπηλιά, όπου μονάζει ένας ασκητής.
asxetos.gr 15 χρόνια χρηστικό περιεχόμενο