Αναψηφά : δε λογαριάζει .
Αλαλιασμένος
Αλαλιασμένος : ξετρελαμένος.
Αλλαξοσείρισα
Αλλαξοσείρισα : άλλαξα σειρά .
Αλλαξοστράτησα
Αλλαξοστράτησα : άλλαξα δρόμο, πορεία .
Αλλαξοστράτησα
Αλλαξοστράτησα : άλλαξα δρόμο, πορεία .
Αλλοτινά
Αλλοτινά : παλαιών ημερών γεγονότα.
Αλουσιά
Αλουσιά (η) : αλισίβα, σταχτόνερο.
Άλλο λίγο
Άλλο λίγο : παραλίγο.
Γλύφανο
Γλύφανο: σφηνοειδές εργαλείο με κοφτερή κόψη στην άκρη της λεπίδας του , που παρασκευάζεται από ατσάλι και χρησιμοποιείται για κόψιμο ή σμίλευση ξύλου.
Γλυφή
Γλυφή; Η λάξευση σκληρής ύλης , η χάραξη σκληρής επιφάνειας , κυρίως για τη δημιουργία γλυπτής παράστασης .
Γλυφός
Γλυφός: αυτός που έχει τη χαρακτηριστική γεύση της θαλασσινής αλμύρας , που είναι ελαφρώς αλμυρός.
Γλωσσαλγία
Γλωσσαλγία: στην ιατρική είναι ο πόνος στη γλώσσα . Μεταφορικά σημαίνει η ενοχλητική , κουραστική και υπερβολική σε διάρκεια ομιλία , η περιττή πολυλογία.
Γλωσσαμύντορας
Γλωσσαμύντορας: ο μαχητικός υπερασπιστής της καθαρεύουσας , αυτός που θεωρεί τον εαυτό του υπερασπιστή της γλώσσας του.
Γλώσσημα
Γλώσσημα: η λέξη που έχει περιπέσει σε αχρηστία ως παλαιά και δυσνόητη , που απαιτεί ερμηνεία .
Γλωσσολαλία
Γλωσσολαλία : η παραγωγή συνήθως ακατάληπτου λόγου σε κατάσταση έκστασης.
Γνάφαλα
Γνάφαλα: τα κομμάτια από τρίχες η μαλλιά ζώων , που είναι ακατάλληλα για κλώσιμο ή γέμισμα παπλωμάτων , μαξιλαριών , στρωμάτων κλπ.
asxetos.gr 15 χρόνια χρηστικό περιεχόμενο