Βαρόσι (το) = το κέντρο της πόλης. Μεταβυζαντινή λέξη που προέρχεται μάλλον απο την Ουγγρική λέξη Varos = άστυ
Βίλα (η)
Βίλα (η) = πηρούνι (ουγγρική λεξη)
Βαένι (το)
Βαένι (το) = βαρέλι
Βαρέλα (η)
Βαρέλα (η) = μεγάλο βαρέλι κρασίου
Βερέφ΄κα (επίρημα)
Βερέφ΄κα (επίρημα) = λοξά
Γκανταλνώ (ρημ.)
Γκανταλνώ (ρημ.) = γαργαλώ
Γιάντες
Γιάντες : το διχαλωτό κοκαλάκι από το στήθος του κοτόπουλου , το οποίο χρησιμοποιείται σε παιχνίδι κατά το οποίο καθένας από τους δύο παίχτες τραβά ένα σκέλος της διχάλας και νικητής (κάνει γιάντες ) είναι αυτός στο χέρι του οποίου θα μείνει το μεγαλύτερο κομμάτι
Γιάντες
Γιάντες : το διχαλωτό κοκαλάκι από το στήθος του κοτόπουλου , το οποίο χρησιμοποιείται σε παιχνίδι κατά το οποίο καθένας από τους δύο παίχτες τραβά ένα σκέλος της διχάλας και νικητής (κάνει γιάντες ) είναι αυτός στο χέρι του οποίου θα μείνει το μεγαλύτερο κομμάτι
Γιαπιτζής
Γιαπιτζής : χτίστης οικοδόμος.
Γιαπράκι
Γιαπράκι : ντολμαδάκι με κιμά , ρύζι και μυρωδικά τυλιγμένο σε αμπελόφυλλο.
Γιαραμπής
Γιαραμπής : ο Αλλάχ , ο θεός
Γιασμάκι
Γιασμάκι : καλύπτρα που σκεπάζει το μεγαλύτερο μέρος του κεφαλιού και του προσώπου των Μουσουλμάνων γυναικών , για να μην εκτίθεται το πρόσωπό τους σε δημόσια θέα
Γεωτροπισμός
Γεωτροπισμός : η επίδραση που ασκεί η δύναμη της βαρύτητας στον καθορισμό της διεύθυνσης που παίρνει ένας φυτικός οργανισμός ως προς την επιφάνεια της γης κατά την ανάπτυξή του .
Γιατάκι
Γιατάκι : το στρώμα πάνω στο οποίο ξαπλώνει κανείς , το κρεβάτι.
Γηγενής
Γηγενής : αυτός που έχει γεννηθεί σε έναν τόπο , που ανήκει σε αυτόν ως ντόπιος κάτοικος.
Γιατροπορεύω
Γιατροπορεύω : παρέχω σε κάποιον πρώτες βοήθειες με πρόχειρα μέσα , μέχρι να έρθει ο γιατρός.
asxetos.gr 15 χρόνια χρηστικό περιεχόμενο