Μενού

Μαυροκορδάτος, Αλέξανδρος

Μαυροκορδάτος, Αλέξανδρος – (Κων/πολη, 1791 -Αίγινα, 1865)
Από τις σημαντικότερες πολιτικές προσωπικότητες της Επανάστασης. Γιός του λόγιου αξιωματούχου στις παραδουνάβιες Ηγεμονίες Νικολάου Μαυροκορδάτου απέκτησε επιμελημένη μόρφωση κατάλληλη για να αναλάβει δημόσια αξιώματα. Έφτασε στο Μεσολόγγι τον Ιούλιο του 1821 συνοδευόμενος από ομογενείς και φιλέλληνες με στόχο την επέκταση της Eπανάστασης, την οργάνωση και πολιτική ενοποίηση των εξεγερμένων τόπων και τη συγκέντρωση της πολιτικής εξουσίας στο πλαίσιο μιας «Εθνικής Διοίκησης». Συνέβαλε στη συγκρότηση τοπικού πολιτεύματος στη Δυτική Ελλάδα και στη σύγκληση της Α Εθνοσυνέλευσης.
Αναδείχθηκε πρόεδρός της και πρόεδρος της επιτροπής που συνέταξε το προσωρινό πολίτευμα της Ελλάδας. Οι πολιτικές αρχές που υπαγορεύονται σ’ αυτό φανερώνουν τους σαφείς ιδεολογικούς και πολιτικούς του προσανατολισμούς που είναι διαποτισμένοι από τις αρχές του φιλελευθερισμού. Δραστηριοποιήθηκε και στρατιωτικά, όπου βαρύνεται μεν με την καταστροφή στο Πέτα (4 Ιουλ. 1822), αλλά είναι κι αυτός που πρωτοστάτησε στην οργάνωση της άμυνας του Μεσολογγίου που αποδείχθηκε σωτήρια κατά την πρώτη πολιορκία της πόλης. Υιοθέτησε μια σταθερά αγγλόφιλη πολιτική, γιατί πίστευε, ότι η Αγγλία και λόγω των συμφερόντων της στην Ανατολή ήταν η μόνη δύναμη, που μπορούσε να αντιταχθεί στα επεκτατικά σχέδια της Ρωσίας και επειδή θεωρούσε ότι αντιπροσώπευε πρότυπο πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης.
Με την ιδιότητά του ως αρχηγού του «αγγλικού κόμματος» ζήτησε με επιστολή του από τον Τζωρτζ Κάνιγκ να αντισταθεί στο ρωσικό σχέδιο για τη δημιουργία τριών ηγεμονιών στην επαναστατημένη Ελλάδα με το επιχείρημα ότι είναι προς το συμφέρον της Αγγλίας και της Ευρώπης η ίδρυση ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Οι απόψεις και οι ενέργειές του αυτές δημιούργησαν αρκετές ζυμώσεις που κατέληξαν στη συνθήκη του Λονδίνου (6 Ιουλίου 1827).
Η πολιτική του δράση συνεχίστηκε και μετά την άφιξη του Καποδίστρια όταν ανέλαβε και υπουργικά καθήκοντα. Αποσύρθηκε όμως το 1830 και αναδείχθηκε ηγέτης της αντιπολίτευσης. Σε όλη σχεδόν τη διάρκεια της απολυταρχικής περιόδου της βασιλείας του Όθωνα παρέμεινε εκτός Ελλάδας ως πρεσβευτής. Υποχρεώθηκε, ωστόσο, ο Όθων να τον χρησιμοποιήσει ως πρωθυπουργό το 1841, 1844 και 1854, αλλά κάθε φορά τον υπονόμευε προκαλώντας άμεσα ή έμμεσα την παραίτησή του. Ο ίδιος έμεινε νομιμόφρων προς τον βασιλιά και μόνο αργότερα μεταστράφηκε και είχε ανάμειξη στις διεργασίες που οδήγησαν στην έξωσή του το 1862.
Στο τέλος της σταδιοδρομίας του εκλέχτηκε πληρεξούσιος Ευρυτανίας στην Εθνοσυνέλευση του 1862 και πρόεδρος της επιτροπής σύνταξης του Συντάγματος. Tυφλός και κατάκοιτος δεν πήρε ενεργό μέρος στις εργασίες της, διατήρησε όμως το ενδιαφέρον του για τα κοινά και τη σπάνια πνευματική του διαύγεια ως το θάνατό του.


Αφήστε μια απάντηση