Εθελόδουλος : αυτός που εκούσια υποτάσσεται, που θεληματικά γίνεται ή μένει δούλος, που ανέχεται τη δουλεία.
Συνέχεια »Εθελούσιος
Εθελούσιος : αυτός που συντελείται με τη θέληση του πράττοντος, που προκύπτει από την ελεύθερη βούληση του ατόμου.
Συνέχεια »Εγγύς
Εγγύς : κοντά, σε πολύ μικρή απόσταση.
Συνέχεια »Εγείρω
Εγείρω : σηκώνω κάτι όρθιο, υψώνω.
Συνέχεια »Εγελιανισμός
Εγελιανισμός : το φιλοσοφικό σύστημα του Εγέλου και των συνεχιστών του, που διέπεται από τις αρχές της διαλεκτικής του.
Συνέχεια »Έγια μόλα
Έγια μόλα : επιφών, για να δίνει τον ρυθμό σε κωπηλάτες ή για τον συντονισμό των κινήσεων κατά τη μετακίνηση βαριών αντικειμένων.
Συνέχεια »Εγκάθετος
Εγκάθετος : αυτός που σκόπιμα τοποθετείται κάπου, εκτελώντας πιστά συγκεκριμένες εντολές, συνήθως για την επιδοκιμασία ή την αποδοκιμασία πολιτικών προσώπων.
Συνέχεια »Εγκαθίδρυση
Εγκαθίδρυση : η ίδρυση σε συγκεκριμένο τόπο.
Συνέχεια »Εγκαιροφλεγής
Εγκαιροφλεγής : αυτός που αναφλέγεται εύκολα, στην κατάλληλη στιγμή.
Συνέχεια »Εγκαλλώπισμα
Εγκαλλώπισμα : οτιδήποτε για το οποίο μπορεί να κανείς να καμαρώνει, να καυχάται.
Συνέχεια »Εγκαταβίωση
Εγκαταβίωση : γενικά ο τρόπος ζωής, το πως ζει κανείς κάπου, η ζωή σε μονή, το να μανόζει, να ασκητεύει.
Συνέχεια »Εγκατασπείρω
Εγκατασπείρω : σκορπίζω στο χώρο, εκτοξεύω προς όλες τις κατευθύνσεις.
Συνέχεια »Έγκειται
Έγκειται : βρίσκεται, ενυπάρχει.
Συνέχεια »Εγκεφαλοκήλη
Εγκεφαλοκήλη : η πρόπτωση τμήματος του εγκεφάλου από τρύπα του κρανίου (προέρχεται συνήθως από σοβαρό τραύμα).
Συνέχεια »Έγγειος
Έγγειος : αυτός που αναφέρεται στη γη, που συνιστά ακίνητο περιουσιακό στοιχείο ή προέρχεται από αυτό.
Συνέχεια »Έγκλεισμα
Έγκλεισμα : μικροσκοπικό σώμα σε στερεή, υγρή ή αέρια κατάσταση, που εγκλείεται στους κρυστάλλους διαφόρων ορυκτών.
Συνέχεια »
asxetos.gr 15 χρόνια χρηστικό περιεχόμενο