Δομικός : αυτός που σχετίζεται με τη δόμηση, με την κατασκευή ή το χτίσιμο.
Συνέχεια »Δομισμός
Δομισμός : κοινή θεωρία ορισμένων επιστημών του ανθρώπου, η οποία προσεγγίζει τα ανθρώπινα πράγματα ως δομικά στοιχεία ενός όλου, που αλληλοπροσδιορίζονται με βάση συγκεκριμένους κανόνες.
Συνέχεια »Δόμος
Δόμος : η οροφή που έχει ημισφαιρικό σχήμα.
Συνέχεια »Δονάκιον
Δονάκιον : μικροσκοπικό και αερόβιο βακτήριο που προκαλεί χολέρα.
Συνέχεια »Δονκιχώτης
Δονκιχώτης : αυτός που δεν έχει αίσθηση της πραγματικότητας και παρασύρεται από ρομαντικές φαντασιοπληξίες, αυτός που αναλίσκεται σε αδιέξοδες, ουτοπικές διεκδικήσεις.
Συνέχεια »Δοριάλωτος
Δοριάλωτος : αυτός που κατακτήθηκε με πόλεμο.
Συνέχεια »Δορίκτητος ή Δρύκτητος
Δορίκτητος ή Δρύκτητος : αυτός που αποτέλεσε λάφυρο πολέμου ή έχει κυριευθεί με πόλεμο.
Συνέχεια »Δίστηλος
Δίστηλος : αυτός που έχει ή εκτείνεται σε δύο στήλες.
Συνέχεια »Δόκανο
Δόκανο : παγίδα για την σύλληψη θηραμάτων.
Συνέχεια »Διστομίαση
Διστομίαση : λοίμωξη του ανθρώπου και των μηρυκαστικών, την οποία προκαλούν τα παρασιτικά σκουλήκια τα οποία ονομάζονταιδίστομα και που εκδηλώνεται ανάλογα με την περίπτωση με διάρροια, φαγούρα κ.ά.
Συνέχεια »Δισχιδής
Δισχιδής : αυτός που είναι σχισμένος στα δύο, διχαλωτός.
Συνέχεια »Διττογραφία
Διττογραφία : η αντιγραφή συλλαβής, λέξης ή φράσεως δύο φορές από τον αντιγραφέα ενός κειμένου λόγω σφάλματος.
Συνέχεια »Διττός
Διττός : διπλός, αυτός που αποτελείται από δύο μέρη ή είναι δύο ειδών.
Συνέχεια »Διυλίζω
Διυλίζω : περνώ υγρό μέσα από φίλτρο, για να το απαλλάξω από ξένες ουσίες.
Συνέχεια »Δίφορος
Δίφορος : αυτός που καρποφορεί δύο φορές τον χρόνο.
Συνέχεια »Δίφρος
Δίφρος : κάθισμα χωρίς ράχη και βραχίονες.
Συνέχεια »
asxetos.gr 15 χρόνια χρηστικό περιεχόμενο