Γλυκάδι: το ξύδι.
Συνέχεια »Γλυκάδια
Γλυκάδια : οι εσωτερικοί αδένες που έχουν τα αρνάκια και μοσχαράκια γάλακτος στον λαιμό και μαγειρεμένα θεωρούνται εξαιρετικός μεζές ή ορεκτικό.
Συνέχεια »Γλύφανο
Γλύφανο: σφηνοειδές εργαλείο με κοφτερή κόψη στην άκρη της λεπίδας του , που παρασκευάζεται από ατσάλι και χρησιμοποιείται για κόψιμο ή σμίλευση ξύλου.
Συνέχεια »Γλυφή
Γλυφή; Η λάξευση σκληρής ύλης , η χάραξη σκληρής επιφάνειας , κυρίως για τη δημιουργία γλυπτής παράστασης .
Συνέχεια »Γκρενά
Γκρενά : η κόκκινη απόχρωση του εσωτερικού του ροδιού.
Συνέχεια »Γκρο
Γκρο : ύφασμα από βαρύ μετάξι.
Συνέχεια »Γκέλα
Γκέλα : Στο τάβλι, σημαίνει η κακή ζαριά κατά την οποία ο παίκτης φέρνει αριθμούς που αντιστοιχούν σε θέσεις κατειλημμένες από τα πούλια του αντιπάλου .Συχνότερα σημαίνει κάθε είδους αποτυχία ή αναποδιά.
Συνέχεια »Γκροπλάν
Γκροπλάν : η σκηνοθετική τεχνική λήψεως εικόνας από κοντινή απόσταση και εστιάσεως σε λεπτομέρεια ή τμήμα γενικότερου πλάνου.
Συνέχεια »Γκέμι
Γκέμι : το χαλινάρι για τη συγκράτηση κα καθοδήγηση του αλόγου.
Συνέχεια »Γκρόσο μόντο
Γκρόσο μόντο: σε γενικές γραμμές , χωρίς αναφορά σε λεπτομέρειες.
Συνέχεια »Γκεσέμι
Γκεσέμι: ο τράγος ή το κριάρι που προπορεύεται και οδηγεί το κοπάδι.
Συνέχεια »Γκροτέσκος
Γκροτέσκος: αυτός που προκαλεί την αίσθηση του αλλόκοτου , του εξαιρετικά περίεργου.
Συνέχεια »Γκιλοτίνα
Γκιλοτίνα: ειδικός μηχανισμός που χρησιμοποιήθηκε παλαιότερα για τον αποκεφαλισμό καταδίκων.
Συνέχεια »Γλαρός
Γλαρός : αυτός που αποπνέει γαλήνη και ηρεμία . Χρησιμοποιείται και για τα μάτια , το βλέμμα και είναι αυτός που ακτινοβολεί ζωντάνια ή εκπέμπει ηδυπάθεια.
Συνέχεια »Γκινέα
Γκινέα : παλαιό χρυσό αγγλικό νόμισμα.
Συνέχεια »Γκιόνης
Γκιόνης: μικρή κουκουβάγια.
Συνέχεια »