Βρεχτοκούκια : τα ξερά κουκκιά που τρώγονται αφού μουλιάσουν στο νερό , για να είναι μαλακά (βρεχτάδια ).
Συνέχεια »Βρίθω
Βρίθω : είμαι γεμάτος από κάτι
Συνέχεια »Βρογχεκτασία
Βρογχεκτασία : χρόνια ασθένεια των βρογχικών πόρων , που χαρακτηρίζεται από διεύρυνση τους και παροξυσμικό βήχα
Συνέχεια »Βρόχος
Βρόχος : θηλιά με μετακινούμενο κόμπο , που σφίγγει όσο τραβιέται το σχοινί . Θηλιά που χρησιμοποιείται για τη σύλληψη μικρών θηραμάτων .
Συνέχεια »Βρυγμός
Βρυγμός : το τρίξιμο των δοντιών .
Συνέχεια »Βράσσικα
Βράσσικα : καθένα από τα φυτά που καλλιεργούνται ως λαχανικά , κτηνοτροφικά και ελαιοπαραγωγικά και ανήκουν στο ίδιο γένος στο οποίο ανήκουν τα λάχανα , οι λαχανίδες , τα γουλιά , οι ρέβες , τα κουνουπίδια , τα μπρόκολα και …
Συνέχεια »Βρωματολογία
Βρωματολογία : η συστηματική και με επιστημονικές βάσεις μελέτη της παρασκευής και της σύστασης των τροφίμων .
Συνέχεια »Βράχμα
Βράχμα : ένας από τους σημαντικότερους ινδουιστές θεούς , μέλος της τριάδας (μαζί με τον Σίβρα και τον Κρίσνα ) που αποτελεί την ύψιστη θεότητα
Συνέχεια »Βρώση
Βρώση : η κατανάλωση (κάποιου πράγματος ) ως τροφίμου , το να τρώει κανείς
Συνέχεια »Βραχμάνος
Βραχμάνος : μέλος της ανώτερης τάξης (κάστας ) των Ινδουιστών , από την οποία προέρχονται και τα μέλη του ιερατείου
Συνέχεια »Βυζάστρα
Βυζάστρα : η παραμάνα
Συνέχεια »Βραχυγραφία
Βραχυγραφία : συντομευμένη γραφή λέξεων με παράλειψη των περισσοτέρων γραμμάτων της για λόγους εξοικονόμησης χρόνου και χώρου
Συνέχεια »Βυθιότητα
Βυθιότητα : βαθμίδα του κώματος κατά την οποία παρατηρείται έκπτωση των ανωτέρων κινητικών και νοητικών λειτουργιών
Συνέχεια »Βραχυλογία
Βραχυλογία : το σχήμα λόγου που συνίσταται στην παράλειψη των ευκόλως εννοούμενων όρων μιας πρότασης χάριν συντομίας
Συνέχεια »Βράχυνση
Βράχυνση : ο περιορισμός των διαστάσεων μεγέθους . Στην γλωσσολογία είναι το φαινόμενο κατά το οποίο μια μακρά συλλαβή μετατρέπεται σε βραχεία
Συνέχεια »Βρέγμα
Βρέγμα : το μέρος του κρανίου που αποτελεί το σημείο συνάντησης των μετωπιαίων και των βρεγματικών οστών του
Συνέχεια »