Αίνος : λόγος που αποδίδει τιμή , δόξα , συνήθως στον Θεό .
Συνέχεια »ΑΙΝΟΣ
29 Δεκεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Προσπάθεια δημιουργίας ένος λεξικού με λέξεις και έννοιες που συχνά χρησιμοποιούμε άλλα δεν γνωρίζουμε την ακριβή τους σημασία.
29 Δεκεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Αίνος : λόγος που αποδίδει τιμή , δόξα , συνήθως στον Θεό .
Συνέχεια »29 Δεκεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Αεροπανό : το πανό το οποίο αναρτάται σε ψηλό σημείο ( γέφυρες , κτήρια , δρόμους ..) .
Συνέχεια »29 Δεκεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Αιασθαντικός : αυτός που χαρακτηρίζεται από λεπτότητα και ευαισθησία στον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνει τα συναισθήματά του .
Συνέχεια »29 Δεκεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Η παθολογική χρόνια κατάποση αέρα κατά τη διάρκεια του φαγητού .
Συνέχεια »29 Δεκεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Αιτιατό : το αποτέλεσμα μιας αιτίας : σχέση αιτίας – αιτιατού ( αποτελέσματος ).
Συνέχεια »29 Δεκεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Αέτωμα : η τριγωνική επίστεψη στην οποία απολήγει η πρόσοψη των στενών πλευρών αρχαίου ελληνικού ναού . Το διακοσμητικό τρίγωνο επιστέγασμα οικοδομήματος .
Συνέχεια »29 Δεκεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Αζέρος : αυτός που κατάγεται από το Αζερμπαϊτζάν .
Συνέχεια »29 Δεκεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Αηδής : ο δυσάρεστος στις αισθήσεις , που προκαλεί έντονη αποστροφή , απέχθεια .
Συνέχεια »29 Δεκεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Αήθης : αυτός που στερείται ήθους .
Συνέχεια »29 Δεκεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Αθλοθέτης : το πρόσωπο που καθιερώνει ή διαθέτει τα έπαθλα για τους νικητές αγώνων και διαγωνισμών .
Συνέχεια »29 Δεκεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Αθρόος : αυτός που εμφανίζεται κατά σωρούς , σε αφθονία .
Συνέχεια »29 Δεκεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Αθυμία : η έλλειψη καλής διάθεσης . Η απουσία συναισθημάτων , η παθολογική απάθεια ως σύμπτωμα διαφόρων ψυχικών ασθενειών .
Συνέχεια »29 Δεκεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Άθυρμα : αυτό με το οποίο παίζει κανείς , το παιχνίδι .Μεταφορικά ο άνθρωπος που χρησιμοποιείται σαν παιχνίδι στα χέρια των άλλων , που άγεται και φέρεται , που δεν διαθέτει δική του βούληση .
Συνέχεια »28 Νοεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Ακλινής : αυτός που δεν παρουσιάζει κλίση . Στην γεωλογία είναι το σημείο της γης στο οποίο η μαγνητική βελόνα δεν αποκλίνει.
Συνέχεια »28 Νοεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Ακροδυνία : ο πόνος των άκρων , χεριών και ποδιών .
Συνέχεια »28 Νοεμβρίου, 2003Ελληνικό Λεξικό
Ακαιρολόγος : αυτός που μιλάει άκαιρα .
Συνέχεια »