Ψυχική διαταραχή που εκδηλώνεται με αδικαιολόγητο φόβο και άγχος του ατόμου , όταν βρεθεί σε πολυπληθείς χώρους .
Συνέχεια »ΑΓΟΣ
Προσβλητική , βέβηλη πράξη . Κατά επέκταση , πράξη που αντιβαίνει σε αρχές και αξίες , που θεωρούνται ιερές και απαραβίαστες .
Συνέχεια »ΑΓΟΥΣΑ (Η)
Ο δρόμος που οδηγεί κάπου .
Συνέχεια »ΑΓΡΑ
Το κυνήγι ή ψάρεμα . Μεταφορικά σημαίνει , επιδίωξη , επίμονη αναζήτηση .
Συνέχεια »ΑΓΡΑΝΑΠΑΥΣΗ
Προσωρινή διακοπή της καλλιέργειας αγρού , με σκοπό την ανάκτηση της παραγωγικότητάς του .
Συνέχεια »ΑΓΡΕΥΣΗ
Το κυνήγι , η αναζήτηση θηράματος ή θύματος . Σαν ναυτικός όρος , η αναζήτηση και ανέλκυση αντικειμένου από τον βυθό της θάλλασας .
Συνέχεια »ΑΓΡΙΜΟΛΟΓΟΣ
Ο αγριμοκυνηγός , ο κυνηγός που κυνηγά άγρια ζώα , αγρίμια .
Συνέχεια »ΑΓΡΟΔΙΑΙΤΟΣ
Αυτός που ζει στους αγρούς .
Συνέχεια »ΑΓΡΟΛΗΠΤΗΣ
Γεωργός που καλλιεργεί μισθωμένο κτήμα και καταβάλλει ως ενοίκιο ορισμένο ποσοστό της παραγωγής .
Συνέχεια »ΑΓΡΟΛΗΨΙΑ
Παλαιότερο σύστημα εκμεταλεύσεως αγροτικών κτημάτων , κατα το οποίο όσοι μετέτρεπαν ξένους χερσότοπους σε φυτείες , καρπώνονταν από κοινού με τους ιδιοκτήτες την παραγωγή .
Συνέχεια »ΑΓΛΑΟΣ
Αυτός που διακρίνεται για τη λαμπρότητά του , ο φωτεινός . Συνεκδοχικά , αυτός που χαρακτηρίζεται για την υπεροχή , τη φήμη ή τη δόξα του .
Συνέχεια »ΑΓΡΩΝΥΜΙΟ
Ονομα που δηλώνει αγρό ή αγροτική τοποθεσία .
Συνέχεια »ΑΓΝΑΝΤΙΑ
Αγνάντια : απέναντι , αντίκρυ .
Συνέχεια »ΑΓΥΙΑ
Αγυιά : ο στενός δρόμος , το σοκάκι .
Συνέχεια »ΑΓΝΑΝΤΙΟ
Αγνάντιο : θέα από μακριά , αγνάντεμα … Το ύψωμα από όπου παρατηρεί κανείς τη γύρω περιοχή .
Συνέχεια »ΑΓΥΡΤΗΣ
Αυτός που ξεγελά και εξαπατά τους άλλους . Πρόσωπο το οποίο επικαλείται ιατρικές γνώσεις ή ικανότητες που δεν έχει .
Συνέχεια »