Εκγλύφανο : περιστροφικό κοπτικό εξάρτημα από χάλυβα με ενσωματωμένη πρόσθετη οδόντωση, που σχηματίζει κοπτικές ακμές συμμετρικά γύρω από τον άξονα περιστροφής του και χρησιμοποιείται στην κατεργασία επιφανειών.
Συνέχεια »Εισδοχή
Εισδοχή : η αποδοχή (μέλου) ως ισοτίμου, η ένταξη του και η αναγνώριση όλων των δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτήν.
Συνέχεια »Εκδέρω
Εκδέρω : αφαιρώ το δέρμα ή το φλοιό.
Συνέχεια »Εισέτι
Εισέτι : ακόμη, μέχρι τώρα.
Συνέχεια »Έκδηλος
Έκδηλος : ολοφάνερος, ξεκάθαρος.
Συνέχεια »Εισιτήριος
Εισιτήριος : αυτός με τον οποίο πιστοποιείται η ικανότητα ή αναγνωρίζεται η δυνατότητα εισόδου, εισαγωγής.
Συνέχεια »Εκδορά
Εκδορά : το γδάρσιμο του δέρματος των ζώων για ποικίλες χρήσεις.
Συνέχεια »Εισορμώ
Εισορμώ : εισέρχομαι ξαφνικά με επιθετική διάθεση.
Συνέχεια »Εισπλέω
Εισπλέω : εισέρχομαι σε λιμάνι (για σκάφη).
Συνέχεια »Εισρόφηση
Εισρόφηση : η διείσδυση υγρών ή στερεών ουσιών στις αναπνευστικές οδούς, κυρίως όταν δεν λειτουργούν τα λαρυγγικά αντανακλαστικά ή λόγω απότομης εισπνής.
Συνέχεια »Ειωθός
Ειωθός : οτιδήποτε επαναλαμβάνεται κατά σταθερή συχνότητα, η συνήθεια.
Συνέχεια »Εκάστοτε
Εκάστοτε : σε κάθε περίπτωση, κάθε φορά.
Συνέχεια »Εικότως
Εικότως : κατά λογικό και εύλογο τρόπο.
Συνέχεια »Ειλημμένος
Ειλημμένος : αυτός που έχει ληφθεί.
Συνέχεια »Ειλητάριο
Ειλητάριο : στενή και επιμήκης λωρίδα περγαμηνής που τυλιγόταν γύρω από τον κόντο, ώστε να μπορεί να ξεδιπλώνεται και να διπλώνεται και που χρησιμοποιούνταν για την αναγραφή σε αυτή της Θείας Λειτουργίας και την ανάγνωση των Ευχών από τον ιερέα.
Συνέχεια »Εθνικοποίηση
Εθνικοποίηση : το να γίνε κάτι εθνικό, το να υπάγεται στην ευθύνη του κράτους.
Συνέχεια »