Αρνέκ΄ (το) = δείγμα, παράδειγμα
Συνέχεια »Αρνέκ΄
22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Προσπάθεια δημιουργίας ενός κοζανητικού λεξικού με φράσεις και λέξεις από την όμορφη Κοζάνη.
22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Αρνέκ΄ (το) = δείγμα, παράδειγμα
Συνέχεια »22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Ανταργιάζουμαι (ρημ.) = αναστατώνομαι
Συνέχεια »22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Αμσίσ΄κα (ρημα) = αναφέρεται μόνο στον αόριστο και σημαίνει: σιχάθηκα, βαρέθηκα
Συνέχεια »22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Αυλαγάς (ο) = μεγάλος πλατύς χώρος
Συνέχεια »22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Άμπουρους (ο) = ζεστός αχνός (π.χ. απο το στόμα)
Συνέχεια »22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Απόθαρρους (ο) = απόφαση. χρησιμοποιείται μόνο η έκφραση «πηρα τουν απόθαρρου μ΄» : «το πήρα απόφαση».
Συνέχεια »22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Ακουτώ (ρημ.) = τολμώ
Συνέχεια »22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Αποκρένουμι (ρήμα) = απαντώ
Συνέχεια »22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Αητιέρ΄ (το) = ξεφτέρι
Συνέχεια »22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Αρβανίκους (ο) = πηγάδι. Προέρχεται απο το αναβρυκώς (του ρηματος αναβρύω)
Συνέχεια »22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Αστουχνώ = ξεχνώ
Συνέχεια »22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Αρνίθα (η) = κότα (αρχ. Ελλ. «όρνιθα»)
Συνέχεια »22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Ανιέτ΄ (το) = έθιμο, συνήθεια
Συνέχεια »22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Άϊσμα (το) = δυόσμος
Συνέχεια »22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Αξαμόνω (ρημ.) = πιάνω
Συνέχεια »22 Ιουλίου, 2005Κοζανίτικο γλωσσάριο
Αρμός (ο) = φόρα (μι αρμόν= με φόρα)
Συνέχεια »
asxetos.gr 15 χρόνια χρηστικό περιεχόμενο