Τζιριμές (ο) = τεμπέλης, ανεπρόκοπος, αχαΐρευτος
Συνέχεια »Φρίγουμι
Φρίγουμι (ρημ.) = τρομάζω
Συνέχεια »Φουκαλνώ
Φουκαλνώ (ρημ.) = σαρώνω, σκουπίζω. Σημαίνει όμως και καθαρίζω κάποιον, σκοτώνω
Συνέχεια »Φουρλιάζου
Φουρλιάζου (ρημ.) = πετάω κάτι π.χ. στα σκουπίδια
Συνέχεια »Σιντούκι
Σιντούκι (το) = φέρετρο
Συνέχεια »Σκαρκάλι
Σκαρκάλι (το) = ακρίδα
Συνέχεια »Στραβός
Στραβός (επιθ.) = τυφλός, αυτός που δεν βλέπει καλά
Συνέχεια »Σουλταρής
Σουλταρής (o) = ανεπρόκος (άτακτος που τριγυρνάει συνεχώς)
Συνέχεια »Σιαρσιάρου
Σιαρσιάρου (η) = δροσιστική βροχή
Συνέχεια »Σιαρσιαρίζου
Σιαρσιαρίζου (ρημ.) = δροσίζω
Συνέχεια »Σουλτόχιονο
Σουλτόχιονο (το) = έντονη χιονόπτωση
Συνέχεια »Σπουρλίτ΄
Σπουρλίτ΄ (το) = σπουργίτι
Συνέχεια »Συλλουΐζουμι
Συλλουΐζουμι (ρημ.) = σκέφτομαι, προβληματίζομαι
Συνέχεια »Σπάζου
Σπάζου (ρημ.) = τρυπώ με βελόνα, καρφίτσα
Συνέχεια »Σ΄μά
Σ΄μά = κοντά
Συνέχεια »Σαλβέτα
Σαλβέτα (η) = πετσέτα
Συνέχεια »
asxetos.gr 15 χρόνια χρηστικό περιεχόμενο