Μπαταλεύγω: γίνομαι άχρηστος λόγω φθοράς .
Συνέχεια »ΜΠΕΓΕΝΤΩ – ΙΖΩ
Μπεγεντώ -ίζω: εκτιμώ κάτι επειδή το θεωρώ όμορφο, θαυμάζω .
Συνέχεια »ΜΠΙΣΤΕΜΕΝΟΣ
Μπιστεμένος:ο έμπιστος.
Συνέχεια »ΜΠΟΡΑΣΜΕΝΟ
Μπορεσάμενο : δυνατόν.
Συνέχεια »ΜΠΡΟΣΠΟΔΙΑ
Μπροσπόδια : η κάτω μεριά του κρεββατιού (μπροστά στο σημείο όπου αγγίζουν τα πόδια), όπου, για λόγους χώρου, τοποθετούσαν μαξιλάρια και ξάπλωναν τα μικρότερα παιδιά .
Συνέχεια »ΝΕΦΑΛΑ
Νέφαλα και νέφη: τα σύννεφα .
Συνέχεια »ΝΤΑΓΙΑΝΤΩ – ΙΖΩ
Νταγιαντώ -ίζω: αντέχω .
Συνέχεια »ΝΤΟΡΜΠΑΣ
Ντορμπάς:το ταγάρι.
Συνέχεια »ΛΗΜΕΡΙΩ
Λημεριώ : περνώ την ημέρα μου .
Συνέχεια »ΛΟΧΗ
Λόχη : η ζέστη που εκλύεται από τη φωτιά .
Συνέχεια »ΜΑΖΩΧΤΡΑ
Μαζώχτρα : η εργάτρια για το μάζεμα των ελιών .
Συνέχεια »ΜΑΣΤΡΑΠΑΣ
Μαστραπάς: μεγάλο τσίγκινο κύπελλο .
Συνέχεια »ΚΟΝΤΕΜΙΡΙ
Κοντεμιρί : είδος μοχλού που ασφαλίζει την πόρτα .
Συνέχεια »ΚΟΝΤΟ
Κοντό : άραγε.
Συνέχεια »ΚΟΝΤΟΣΙΜΩΝΩ
Κοντοσιμώνω: πλησιάζω (σιμώνω) κοντά .
Συνέχεια »ΚΟΝΤΥΛΑ
Κόντυλα: τα σπασμένα κοτσάνια των σταχυών, απομεινάρια από το αλώνισμα (μεγαλύτερα από τα άχυρα) .
Συνέχεια »
asxetos.gr 15 χρόνια χρηστικό περιεχόμενο