Αμπλά : αδελφή
Συνέχεια »Αμπλά
12 Μαρτίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Λεξικό της Κρητικής διαλέκτου με σύντομη επεξήγηση της λέξης . Σε ορισμένες περιπτώσεις δίδονται και παραδείγματα για να «κατέχετε» .
12 Μαρτίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αμπλά : αδελφή
Συνέχεια »12 Μαρτίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αμπώθω : σπρώχνω
Συνέχεια »12 Μαρτίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αναβαστώ : υποβαστάζω, στηρίζω
Συνέχεια »12 Μαρτίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αναδακρυώνω : δακρύζω, βουρκώνω
Συνέχεια »12 Μαρτίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Ανάπλα : κουβέρτα
Συνέχεια »12 Μαρτίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αναστεναμένος : καημένος, ταλαίπωρος
Συνέχεια »12 Μαρτίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Ανεμίζω : προαισθάνομαι
Συνέχεια »12 Μαρτίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αντίντερο : αντίδερο
Συνέχεια »4 Ιανουαρίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αγίδα : συμπαράσταση, ενίσχυση
Συνέχεια »4 Ιανουαρίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αγκαλιδέ: ότι χωράει μια αγκαλιά
Συνέχεια »4 Ιανουαρίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αγκανάδος: αγανακτισμένος, οργισμένος, άκεφος
Συνέχεια »4 Ιανουαρίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αγκανάρηση: αγανάκτηση, εξόργιση
Συνέχεια »4 Ιανουαρίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αγκανίζω : γκαρίζω, φωνάζω δυνατά
Συνέχεια »4 Ιανουαρίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αγοϊζω : παρεκτρέπομαι, οργιάζω
Συνέχεια »4 Ιανουαρίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αβαρεσά : τεμπελιά, οκνηρία .
Συνέχεια »4 Ιανουαρίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αβατζέρνω : πλεονάζω, περισσεύω
Συνέχεια »