Τα λαιμοτράχηλα: ο λαιμός και το στήθος .
ΛΕΜΟΝΟΒΙΤΣΑ
Λεμονόβιτσα : η λεπτή βέργα (βίτσα) λεμονιάς .
ΚΑΤΣΟΥΛΙ
Κατσούλι : το γατάκι (υποκορ. του κάτης) .
ΚΑΩΜΕΝΑ
Καωμένα : καμωμένα .
ΚΛΙΝΗ
Κλίνη: το κρεββάτι .
ΚΟΝΤΕΜΙΡΙ
Κοντεμιρί : είδος μοχλού που ασφαλίζει την πόρτα .
ΑΡΤΙΩΝΩ
Αρτιώνω : δίνω σε κάτι τέλεια μορφή , το καθιστώ άρτιο .
ΑΡΤΟΚΛΑΣΙΑ
Αρτοκλασία : ειδική τελετή στις μεγάλες γιορτές , κατά την οποία ο ιερέας ευλογεί τους προσφερόμενους πέντε άρτους , που θα μοιραστούν στο εκκλησίασμα .
ΑΡΤΟΦΟΡΙΟ
Αρτοφόριο : το λειτουργικό σκεύος , στο οποίο φυλάσσεται ο αγιασμένος άρτος .
ΑΡΤΥΜΑ
Αρτυμα : οτιδήποτε προστίθεται στο μαγειρεμένο φαγητό , για να νοστιμίσει , για να κάνει τη γεύση του πιο πικάντικη , π.χ. αλάτι , πιπέρι , μπαχαρικά κ.λπ.
ΑΡΤΥΣΙΜΟΣ
Αρτύσιμος : αυτός που περιέχει κάτι από τις κατηγορίες τροφών από τις οποίες απέχει κανείς εκούσια κατά τη νηστεία .
ΑΡΥΟΜΑΙ
Αρύομαι : αντλώ , συνήθως ειδήσεις , στοιχεία , από πηγή .
ΑΡΥΣ
Αρύς : αραιός .
ΑΡΣΑΚΕΙΑΔΑ
Αρσακειάδα : η μαθήτρια του Αρσακείου , εκπαιδευμένη με ιδιαίτερη προσοχή σε θέματα ήθους , αγωγής και τρόπων συμπεριφοράς .
ΑΡΧΑΙΟΠΙΝΗΣ
Αρχαιοπινής : αυτός που διατηρεί πολλά αρχαϊκά στοιχεία .
ΑΡΣΕΝΟΚΟΙΤΗΣ
Αρσενοκοίτης : αυτός που έχει σεξουαλικές σχέσεις με άντρες .