Επισείω : κραδαίνω (κάτι) απειλητικά, προκαλώ φόβο ή απειλή λέγοντας (κάτι).
Επιστητό
Επιστητό : αυτό που μπορεί να προσεγγίσει ο άνθρωπος μέσω της γνώσης και αποτελεί αντικείμενο της επιστημονικής έρευνας.
Επίσχεση
Επίσχεση : η διακοπή μιας ενέργειας .
Επίταση
Επίταση : η αύξηση της εντάσεως.
Επιψαύω
Επιψαύω : αγγίζω ανεπαίσθητα, με ανάλαφρο τρόπο.
Επονείδιστος
Επονείδιστος : αυτός που προκαλεί όνειδος, ντροπή, αυτός που επισύρει την κατακραυγή, την απόρριψη ή τον στιγματισμό.
Επωμίζομαι
Επωμίζομαι : τοποθετώ στους ώμους μου για μεταφορά, φορτώνομαι.
Εραλδικός
Εραλδικός : αυτός που σχετίζεται με τα οικόσημα και γενικότερα τα εμβλήματα.
Εράνισμα
Εράνισμα : τα αποτελέσματα συλλογής χωρίων, αποφθεγμάτων, γνωμών κ.λπ. από διάφορους συγγραφείς.
Εργώδης
Εργώδης : αυτός που απαιτεί αυξημένη ένταση δυνάμεων, που προκαλεί έντονη κόπωση.
Ερέα
Ερέα : μάλλινο ύφασμα μεγάλης πυκνότητας και ανθεκτικότητας.
Επίνευση
Επίνευση : η κάμψη της κεφαλής προς τα εμπρός.
Ερείδομαι
Ερείδομαι : αποδέχομαι ως αξιόπιστο στήριγμα, χρησιμοποιώ ως σταθερό δεδομένο, στηρίζομαι.
Επίορκος
Επίορκος : αυτός που καταπατεί, που αθετεί τον όρκο του.
Ερίφης
Ερίφης : ο πονηρός άνθρωπος, που με υπολογισμούς προσπαθεί να ξεπεράσει τους υπόλοιπους.
Επακτή
Επακτή : η ηλικία της Σελήνης την 1η Μαρτίου, που είναι ίδια με την ηλικία της
την 1η Ιανουαρίου, χρησιμοποιείται για τον καθορισμό των κινητών εορτών.