Σανούκου (γυν.όνομα) = Άννα
Σουφράς
Σουφράς (o) = τραπεζομάντηλο ή και στρογγυλό χαμηλό τραπέζι
Σουφίζουμι
Σουφίζουμι (ρήμ.) = σκαρφίζομαι, σκαρόνω κάτι με το μυαλό μου
Σπλινίζουμι
Σπλινίζουμι (ρημ.) = ζηλεύω, λιμπίζομαι
Σουρούκι
Σουρούκι (το) = μύτη
Σώπα κι μούλουνι
Σώπα κι μούλουνι (έκφραση) = σώπα και μή μιλάς, με την ένοια, «πάλι καλά, υπάρχουν και χειρότερα»
Σχ΄τιά
Σχ΄τιά (τα) = κουβέρτες
Σκαρκάλι
Σκαρκάλι (το) = ακρίδα
Σιντούκι
Σιντούκι (το) = φέρετρο
Σουλταρής
Σουλταρής (o) = ανεπρόκος (άτακτος που τριγυρνάει συνεχώς)
Στραβός
Στραβός (επιθ.) = τυφλός, αυτός που δεν βλέπει καλά
Σιαρσιάρου
Σιαρσιάρου (η) = δροσιστική βροχή
Σιαρσιαρίζου
Σιαρσιαρίζου (ρημ.) = δροσίζω
Διασκέπτομαι
Διασκέπτομαι : συνεδριάζω με σκοπό τη λήψη αποφάσεων
Διασκευάζω
Διασκευάζω : επιφέρω τροποποιήσεις σε καλλιτεχνικό έργο λόγου ή μουσικής
Διασπαθίζω
Διασπαθίζω : κατασπαταλώ , ξοδεύω απερίσκεπτα και χωρίς φειδώ
asxetos.gr 15 χρόνια χρηστικό περιεχόμενο