Δαήμων : αυτός που έχει γνώσεις και πείρα , ο ειδήμων.
Δαιδαλώδης
Δαιδαλώδης: αυτός που είναι περίπλοκος
Δαιμονόληπτος
Δαιμονόληπτος: αυτός που έχει καταληφθεί από δαιμόνιο.
Δαιμονομανής
Δαιμονομανής :αυτός που είναι προσκολλημένος στη λατρεία του δαιμόνου
Δαμάλα
Δαμάλα :νεαρή και μεγαλόσωμη αγελάδα
Δαμάλι
Δαμάλι: νεαρός ταύρος ή μοσχάρι
Δαμαλισμός
Δαμαλισμός: ο εμβολιασμός κατά της ευλογιάς με ορό δαμαλίτιδας.
Δαμάσκο
Δαμάσκο: πολυτελές ύφασμα με χρυσόχρωμη ή αργυρόχρωμη διακόσμηση στην ύφανση.
Γυναικωτός
Γυναικωτός: θηλυπρεπής , αυτός που έχει γυναικείους τρόπους
Δανδής
Δανδής : άνδρας με επιτηδευμένη κομψότητα στην ενδυμασία και τον τρόπο συμπεριφοράς του.
Γυρίνος
Γυρίνος: το νεογνό βατραχάκι που δεν έχει ακόμα πόδια.
Δαρμός
Δαρμός : το δάρσιμο . Η εκδήλωση πόνου και οδύνης με κλάματα και χειρονομίες απελπισίας.
Γυροβολιά
Γυροβολιά: η περιστροφική κίνηση (κάποιου).
Δασμός
Δασμός: η έμμεση φορολογία που επιβάλλεται στα εισαγόμενα ή εξαγόμενα προϊόντα και εισπράττεται από το τελωνείο
Γυψοκονία
Γυψοκονία: ο γύψος σε κατάσταση σκόνης , που χρησιμοποιείται στο χτίσιμο μαζί με άλλα δομικά υλικά.
Δασόβιος
Δασόβιος : (για ζώα και φυτά) αυτός που ζει μέσα στο δάσος.