Γκλιάγκουρας (ο) = μεγαλόσωμο παιδί από την κατασκευή του, που δεν του επιτρέπει να φαίνεται για παιδί ακόμα και αν είναι
Γκόλιαβους
Γκόλιαβους (επιθ.) = γυμνός, ακάλυπτος
Γριντιά
Γριντιά (η) = δοκός της στέγης. μεταφορικά και για ψηλό στήν κατασκευή άνθρωπο ή ξεροκέφαλο και δύστροπο άνθρωπο
Γκαβός
Γκαβός (ο) = τυφλός
Γκάλτσα
Γκάλτσα (η) = καρακάξα, κάργα
Γιλιός
Γιλιός (ο) = καμπούρα
Γονή
Γονή : καθένας από τους απογόνους κάποιου. Το σύνολο των απογόνων.
Γρίπος
Γρίπος: το αλιευτικό μέσο παρόμοιο με την τράτα , που ρίχνεται σε μεγάληέκταση σε λίμνες και θάλασσες με ομαλό βυθό και σέρνεται αργά , αργά από τη στεριά με σκοινιά.
Γουρμάζω
Γουρμάζω : ωριμάζω.
Γροθοπατινάδα
Γροθοπατινάδα: σειρά από διαδοχικά χτυπήματα με γροθιές
Γούρμασμα
Γούρμασμα: ωρίμανση
Γρόνθος
Γρόνθος: γροθιά
Γούτος
Γούτος :το αρσενικό περιστέρι.
Γράδο
Γράδο: όργανο μετρήσεως της πυκνότητας υγρού.
Γραιγολεβάντες
Γραιγολεβάντες: ο άνεμος που η φορά του είναι μεταξύ ανατολικής και βορειοανατολικής κατευθύνσεως.
Γραίγος
Γραίγος :ο βορειανατολικός άνεμος.