Γόμωση : η εκρηκτική ύλη που απαιτείται για το γέμισμα του όπλου.
Γρίβας
Γρίβας: το ψαρό άλογο
Γονή
Γονή : καθένας από τους απογόνους κάποιου. Το σύνολο των απογόνων.
Γρίπος
Γρίπος: το αλιευτικό μέσο παρόμοιο με την τράτα , που ρίχνεται σε μεγάληέκταση σε λίμνες και θάλασσες με ομαλό βυθό και σέρνεται αργά , αργά από τη στεριά με σκοινιά.
Γουρμάζω
Γουρμάζω : ωριμάζω.
Γροθοπατινάδα
Γροθοπατινάδα: σειρά από διαδοχικά χτυπήματα με γροθιές
Γούρμασμα
Γούρμασμα: ωρίμανση
Γρόνθος
Γρόνθος: γροθιά
Γούτος
Γούτος :το αρσενικό περιστέρι.
Γράδο
Γράδο: όργανο μετρήσεως της πυκνότητας υγρού.
Αγκαλιδέ
Αγκαλιδέ: ότι χωράει μια αγκαλιά
Αγκανάδος
Αγκανάδος: αγανακτισμένος, οργισμένος, άκεφος
Αγκανάρηση
Αγκανάρηση: αγανάκτηση, εξόργιση
Αγκανίζω
Αγκανίζω : γκαρίζω, φωνάζω δυνατά
Αγοΐζω
Αγοϊζω : παρεκτρέπομαι, οργιάζω
Αβαρεσά
Αβαρεσά : τεμπελιά, οκνηρία .