Αγιάρει : ισοβαρεί.
Αγγρίζομαι
Αγγρίζομαι : θυμώνω στεναχωριέμαι και κλαίω .
Αγκάρανθος
Αγκάρανθος : μικρό ακανθώδες φυτό .
Αγαλινά
Αγαλινά : ήρεμα .
Αδρής
Αδρής : άγριος, σκληρός.
Αγριμολόγος
Αγριμολόγος : αγριμοκυνηγός.
Αγριόθρουμπες
Αγριόθρουμπες : μικροί θάμνοι, ξαδέλφια των θυμαριών.
Αδικοξέτελα
Αδικοξέτελα : άδικα τέλη.
Άζουδος
Άζουδος : κακομοίρης, κακότυχος.
Αθιβολές
Αθιβολές : ενθυμήματα .
Άκαπνος
Άκαπνος : αυτός που δεν πολέμησε.
Γκέμι
Γκέμι : το χαλινάρι για τη συγκράτηση κα καθοδήγηση του αλόγου.
Γκρόσο μόντο
Γκρόσο μόντο: σε γενικές γραμμές , χωρίς αναφορά σε λεπτομέρειες.
Γκεσέμι
Γκεσέμι: ο τράγος ή το κριάρι που προπορεύεται και οδηγεί το κοπάδι.
Γκροτέσκος
Γκροτέσκος: αυτός που προκαλεί την αίσθηση του αλλόκοτου , του εξαιρετικά περίεργου.
Γκιλοτίνα
Γκιλοτίνα: ειδικός μηχανισμός που χρησιμοποιήθηκε παλαιότερα για τον αποκεφαλισμό καταδίκων.