Σταμναγκάθι (το): αγκαθωτός θάμνος με τρυφερά φύλλα το οποίο τρώγεται με λάδι και ξίδι.
Στάκα
Στάκα (η): είδος βουτύρου, πρώτη ύλη του οποίου είναι οι πέτσες που σχηματίζονται στο πρόβειο γάλα.
Γκλιαρώνω (ρημ.)
Γκλιαρώνω (ρημ.) = πνίγω
Γινατιάζουμαι (ρημ.)
Γινατιάζουμαι (ρημ.) = θυμώνω
Γραπατσώνουμι
Γραπατσώνουμι (ρημ) = πιάνομαι, καθηλώνομαι κάπου με τα νύχια μου
Γκουργκιλώ
Γκουργκιλώ (ρημ.) = κυλώ
Γουμάρα
Γουμάρα (η) = γαιδούρα
Γιοργάνι
Γιοργάνι (το) = πάπλωμα
Βραγκαλνώ
Βραγκαλνώ = πληρώνω
Γίνκλα (η)
Γίνκλα (η) = δερμάτινο λουρί που περνούσε κάτω απο την κοιλία του ζώου και στήριζε το σαμάρι
Βιρβιρίζομαι
Βιρβιρίζομαι = πονάω, αισθάνομαι οξύ καυστικό πόνο
Γκιζιρνώ
Γκιζιρνώ (ρημ.) = τριγυρνάω
Βαΐζου
Βαΐζου = γέρνω ή ξαπλώνω πρόχειρα για έναν σύντομο ύπνο
Γαρδαλώνου
Γαρδαλώνου (ρημα) = σκαλίζω κάτι με το δάχτυλο
Βιρανές, Βιράνγκους (ο)
Βιρανές, Βιράνγκους (ο) = άχρηστος, επιβλαβής, γρουσούζης και θηλυκό η βιρανιά.!!
Γούτσιος
Γούτσιος(ανδρ. όνομα) = Γιώργος
asxetos.gr 15 χρόνια χρηστικό περιεχόμενο