Βυθιότητα : βαθμίδα του κώματος κατά την οποία παρατηρείται έκπτωση των ανωτέρων κινητικών και νοητικών λειτουργιών
Βραχυλογία
Βραχυλογία : το σχήμα λόγου που συνίσταται στην παράλειψη των ευκόλως εννοούμενων όρων μιας πρότασης χάριν συντομίας
Βράχυνση
Βράχυνση : ο περιορισμός των διαστάσεων μεγέθους . Στην γλωσσολογία είναι το φαινόμενο κατά το οποίο μια μακρά συλλαβή μετατρέπεται σε βραχεία
Βρέγμα
Βρέγμα : το μέρος του κρανίου που αποτελεί το σημείο συνάντησης των μετωπιαίων και των βρεγματικών οστών του
Βρεσίδι
Βρεσίδι : το τυχαίο εύρημα
Βουρλίζω
Βουρλίζω : τρελαίνω , φέρνω κάποιον σε κατάσταση τρέλας ή απελπισίας
Βουστάσιο
Βουστάσιο : στάβλος βοοειδών
Βουτσάς
Βουτσάς : ο βαρελάς
Βουτσί
Βουτσί : το βαρέλι
Βόστρυχος
Βόστρυχος: η μπούκλα
Βραγιά
Βραγιά : τμήμα κήπου φυτεμένου με άνθη ή λαχανικά , το οποίο περιβάλλεται από ποτιστικό αυλάκι
Βότρυς
Βότρυς : η διάταξη που σχηματίζουν οι καρποί του αμπελιού , οι οποίοι συγκεντρώνονται γύρω από κύριο άξονα .
Βραδύνοια
Βραδύνοια : η ελαφρά διανοητική καθυστέρηση , βραδύτητα στη σκέψη και την αντίληψη . Στην ιατρική είναι η μείωση της αντιληπτικής ή και μαθησιακής ικανότητας , που οφείλεται σε ποικίλα παθολογικά αίτια.
Βούβα
Βούβα : ( επιφώνημα ) στάματα να μιλάς , σιωπή
Βραδυφλεγής
Βραδυφλεγής : αυτός που έχει αργό ρυθμό αναφλέξεως.
Βουβώνας
Βουβώνας : τμήμα του σώματος ανάμεσα στους άνω μηρούς και τα γεννητικά όργανα , η κοιλότητα που σχηματίζεται μεταξύ του ανωτέρου τμήματος των ποδιών και της κοιλιάς