Αυτόχρημα : πραγματικά .
ΑΥΧΜΗΡΟΣ
Αυχμηρός : αυτός που έχει μαραθεί , ξεραθεί εντελώς από παρατεινόμενη ανομβρία ή γενικότερη έλλειψη νερού .
ΑΥΛΩΝΑΣ
Αυλώνας : η κοιλάδα που μοιάζει με αυλό .
ΑΦΑΛΑΤΩΣΗ
Αφαλάτωση : η διαδικασία αφαιρέσεως του αλατιού κυρ. θαλασσινό νερό , ώστε να καταστεί πόσιμο.
ΑΥΤΑΝΔΡΟΣ
Αύτανδρος : ( για καταποντισθέντα σκάφη ) με το σύνολο του πληρώματος ή των επιβατών .
ΑΦΑΡΠΑΖΩ
Αφαρπάζω : αρπάζω με βίαιο και αιφνιδιαστικό τρόπο , αφαιρώντας τα περιθώρια οποιασδήποτε αντιδράσεως .
ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΟΣ
Αυτεπάγγελτος : αυτός που διενεργείται με πρωτοβουλία δικαστικής αρχής χωρίς την υποβολή αιτήματος .
ΑΦΑΤΟΣ
Αφατος : αυτός που δεν μπορεί να ειπωθεί , να εκφραστεί με λόγια .
ΑΥΤΕΠΙΓΝΩΣΗ
Αυτεπίγνωση : η επίγνωση των χαρακτηριστικών ιδιοτήτων της προσωπικότητάς μας , η εις βάθος γνώση του εαυτού μας , η αυτογνωσία .
ΑΦΕΓΓΟΣ
Αφεγγος : αυτός που δεν έχει φέγγος , που δεν φωτίζεται .
ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ
Αυτεπιστασία: η ανάληψη της επιστασίας, της παρακολούθησης τεχνικού έργου αυτοπροσώπως από τον ενδιαφερόμενο .
ΑΥΤΕΠΙΣΤΡΟΦΟΣ
Αυτεπίστροφος : αυτός ο οποίος επιστρέφει μόνος του στο σημείο εκκινήσεως .
ΞΑΝΑΓΙΑΓΕΡΝΩ
Ξαναγιαγέρνω : επιστρέφω .
ΞΕΔΗΛΙΑΙΝΕΙ
Ξεδηλιαίνει (το όνειρο): εκπληρώνεται ( το όνειρο) .
ΞΕΚΟΥΡΑΔΩΝΩ
Ξεκουραδώνω : διαλύω ένα κουράδι (κοπάδι) .
ΞΕΠΑΡΑΛΥΩ
Ξεπαραλυώ : ξηλώνω .
asxetos.gr 15 χρόνια χρηστικό περιεχόμενο