Αστυΐατρος – Αστίατρος : κρατικός γιατρός που ελέγχει την τήρηση των όρων υγιεινής στους δημόσιους χώρους , όπως σε καταστήματα , εστιατόρια .
ΑΣΥΓΓΝΩΣΤΟΣ
Ασύγγνωστος : αυτός που δεν μπορεί να συγχωρεθεί , ο ασυγχώρητος .
ΑΣΥΔΟΣΙΑ
Ασυδοσία : η ελευθερία δράσεως και κινήσεων χωρίς κανένα μέτρο , χωρίς περιορισμούς και έλεγχο , η αυθαίρετη και ανεξέλεγκτη δράση .
ΑΣΥΜΒΑΤΟΣ
Ασύμβατος : αυτός που δεν μπορεί να υπάρξει παράλληλα με κάποιον άλλο , που δεν μπορεί να συνυπάρξει .
ΑΣΩΜΑΤΟΣ
Ασώματος : αυτός που δεν έχει κορμό .
ΑΤΑΣΘΑΛΙΑ
Ατασθαλία : η έλλειψη τάξεως , η ακαταστασία . Η παραβίαση της ηθικής τάξης , του καθήκοντος .
ΑΤΕΓΚΤΟΣ
Ατεγκτος : αυτός που δεν εμφανίζει ελαστικότητα , διαλλακτικότητα .
ΑΤΕΚΜΑΡΤΟΣ
Ατέκμαρτος : αυτός που δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί με βάση λογικούς συλλογισμούς .
ΑΤΕΛΕΣΦΟΡΟΣ
Ατελέσφορος : αυτός που δεν έχει ή δεν μπορεί να φέρει αποτέλεσμα .
ΑΣΤΕΡΟΕΙΣ – ΕΣΣΑ
Αστερόεις – εσσα : γεμάτος αστέρια . Αστερόεσσα : η σημαία της Αμερικής , που έχει πάνω της σχεδιασμένα πενήντα αστέρια .
ΑΤΕΡΜΩΝ
Ατέρμων : αυτός που δεν έχει τέλος .
ΑΣΤΟΧΑΣΙΑ
Αστοχασιά : η απερισκεψία , η έλλειψη σύνεσης .
ΑΤΘΙΔΟΓΡΑΦΟΣ
Ατθιδογράφος : ο αρχαίος ιστοριογράφος που είχε ως αντικείμενο την ιστορία των Αθηνών .
ΑΣΤΟΧΗΜΑ
Αστόχημα : η αστοχία , η εσφαλμένη ενέργεια , πράξη ή λόγος που κακώς έγινε ή ειπώθηκε .
ΑΤΛΑΖΙ
Ατλάζι : λείο , γυαλιστερό ύφασμα από μετάξι καθαρό ή συνυφασμένο με λινό , μαλλί ή βαμβάκι .
ΑΣΤΡΑΠΗΔΟΝ
Αστραπηδόν : με ταχύτητα αστραπής , αστραπιαία .
asxetos.gr 15 χρόνια χρηστικό περιεχόμενο