Εκπώμαστρο : το εργαλείο με το οποίο γίνεται η αφαίρεση πώματος.
Ελόγου
Ελόγου : αντί για τις αντωνυμίες εγώ, εσύ, αυτός κ.λπ.
Έκρυθμος
Έκρυθμος : αυτός που βρίσκεται στα πρόθυρα έκρηξης, που πρόκειται από στιγμή σε
στιγμή να ξεσπάσει.
Έλυτρο
Έλυτρο : μέρος ή σχηματισμός που περικλείεται στενά από μεμβράνη.
Εκτάδην
Εκτάδην : σε ξαπλωτή στάση, φαρδιά – πλατιά.
Εκτομίας
Εκτομίας : αυτός που έχει υποστεί ευνουχισμό.
Εκτόπλασμα
Εκτόπλασμα : η ουσία, υποτίθεται ότι εκπέμπεται από το σώμα κάποιων “μέντιουμ”,
όταν αυτά βρίσκονται σε ύπνωση, κατά τη διάρκεια πνευματιστικής συγκέντρωσης και
από την οποία θεωρείται ότι σχηματίζονται είδωλα.
Έκφανση
Έκφανση : κάθε εκδήλωση σε συγκεκριμένο χώρο δραστηριοτήτων.
Εκφορά
Εκφορά : η απομάκρυνση προς τα έξω.
Έκφρων
Έκφρων : αυτός που βρίσκεται εκτός εαυτού.
Εκών
Εκών : αυτός που πράττει ή παθαίνει.
Ελατόπισσα
Ελατόπισσα : το ρετσίνι του ελάτου, που χρησιμοποιείται στις βρογχικές παθήσεις.
Ελαύνω
Ελαύνω : θέτω σε κίνηση, οδηγώ.
Ελεεινολογώ
Ελεεινολογώ : θεωρώ ή χαρακτηρίζω άξιο λύπησης.
Έκδοχο
Έκδοχο : κάθε φαρμακολογικά αδρανής ουσία, που χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με
φάρμακο για επίτευξη επιθυμητού όγκου, πυκνότητας, σύστασης.
Εκμαυλίζω
Εκμαυλίζω : παρασύρω στη διαφθορά.
asxetos.gr 15 χρόνια χρηστικό περιεχόμενο