Βλάστημα : η ευδοκίμηση και η ανάπτυξη των φυτών .
Βόμβυξ κ. Βόμβυκας
Βόμβυξ κ. Βόμβυκας : ο μεταξοσκώληκας
Βλαστίδιο
Βλαστίδιο: το φυτικό ή ζωικό έμβρυο που σχηματίζεται λίγες μέρες μετά τη γονιμοποίηση
Βόρβορος
Βόρβορος : ακάθαρτη και δύσοσμη λάσπη που σχηματίζεται κυρίως στον πυθμένα λιμανιών , ποταμών , λιμνών , ελών , δεξαμενών
Βλαττί
Βλαττί : πολύτιμο μεταξωτό ύφασμα , συνήθως σε κόκκινο χρώμα , με το οποίο κατασκευάζονται επικαλύμματα της Αγίας Τράπεζας
Βλαττίδα
Βλαττίδα : μικρό σκληρό δερματικό εξάνθημα , με χρώμα ερυθρό ή ρόδινο και σχήμα στρογγυλό ή ακανόνιστο , που εμφανίζεται και υποχωρεί αυτομάτως , χωρίς να αφήνει σημάδια , αποτελεί δε χαρακτηριστικό σύμπτωμα πολλών δερματοπαθειών
Βλαχουριά
Βλαχουριά : το σύνολο των Βλάχων . Μεταφορικά , το σύνολο των άξεστων ανθρώπων
Βλογιοκομμένος
Βλογιοκομμένος : αυτός που έχει σημαδευτεί στο πρόσωπο από τις χαρακτηριστικές ουλές της ευλογιάς
Βλωμός
Βλωμός : η στερεά τροφή , αφού μασηθεί και αναμιχθεί με σάλιο μέσα στο στόμα
Βογιάρος
Βογιάρος : το μέλος της ρωσικής φεουδαρχικής αριστοκρατίας μέχρι την εποχή του τσάρου Πέτρου Α΄.
Βογόμιλος
Βογόμιλος : ο οπαδός χριστιανικής δυαρχικής αίρεσης που διαδόθηκε από την περιοχή της Βουλγαρίας στον σλαβικό κόσμο της Βαλκανικής κατά τον 10ο και 11ο αιώνα , απέρριπτε την εκκλησιαστική πρακτική και τα μυστήρια και κήρυσσε την ανυπακοή σε κάθε μορφή εξουσίας
Βοεδόβας
Βοεδόβας : ο στρατιωτικός διοικητής ή πολιτικός αξιωματούχος σλαβικών λαών . Γενικότερα , ο ανώτερος διοικητικός υπάλληλος
Βιζαβί
Βιζαβί : Αντίκρυ, απέναντι, πρόσωπο με πρόσωπο.
Βιρτουόζος
Βιρτουόζος: Πρόσωπο που κατέχει άριστα την τέχνη συγκεκριμένου μουσικού οργάνου ή τραγουδιού επίσης λέγεται και το πρόσωπο που διαθέτει ξεχωριστές δεξιότητες σε ορισμένο τομέα (δεξιοτέχνης)
Βικάριος
Βικάριος : Ο αναπληρωτής τοποτηρητής επισκόπου στην καθολική εκκλησία
Βισμούθιο
Βισμούθιο : Εύθραυστο αργυρόλευκό μέταλλο με ρόδινες αποχρώσεις που χρησιμοποιείται για τη σύνθεση ενώσεων ποικίλων χρήσεων
asxetos.gr 15 χρόνια χρηστικό περιεχόμενο